-
1 Ἡρακλέης
Ἡρακλέης (-έης, -έος, -έος, -εῖ, -ῆι, -έα, -εες.)a personalia. son of Zeus, τῷ ( Ἀμφιτρύωνι)ὄψιν ἐειδόμενος ἀθανάτων βασιλεὺς αὐλὰν ἐσῆλθεν σπέρμ' ἀδείμαντον φέρων Ἡρακλέος N. 10.17
, cf. O. 10.44, P. 9.84, I. 7.7ἥρως θεός N. 3.22
ἀνήρ I. 4.53
son of Alkmena,σὺν Ἡρακλέος ἀριστογόνῳ ματρὶ P. 11.3
descendant of Alkaios,Ἡρακλέης, σεμνὸν θάλος Ἀλκαιδᾶν O. 6.68
, cf. Probus ad Virg., Ecl. 7. 61, initio Alcidem nominatum post Herculem — ab Hera —, quod eius imperiis opinionem famamque virtutis sit consecutus fr. 291. married to Hebe in Olympos N. 10.18 v. also Ἀλκμήνα, Ἀμφιτρυωνιάδας, Ἥβα.b as family hero. progenitor of the Eratidai through his son Tlepolemos,Ἡρακλέος εὐρυσθενεῖ γέννᾳ O. 7.22
progenitor of the Herakleidai,ὀλβία Λακεδαίμων, μάκαιρα Θεσσαλία. πατρὸς δ ἀμφοτέραις ἐξ ἑνὸς ἀριστομάχου γένος Ἡρακλέος βασιλεύει P. 10.3
Λακεδαίμονι ἐν Ἄργει τε καὶ ζαθέᾳ Πύλῳ ἔνασσεν (sc. Ἀπόλλων)ἀλκάεντας Ἡρακλέος ἑκγόνους Αἰγιμιοῦ τε P. 5.71
c patron and founder. founder of the OlympiadὈλυμπιάδα δ' ἔστασεν Ἡρακλέης ἀκρόθινα πολέμου O. 2.3
κραίνων ἐφετμὰς Ἡρακλέος προτέρας ἀτρεκὴς Ἑλλανοδίκας Αἰτωλὸς ἀνήρ O. 3.11
θρασυμάχανος Ἡρακλέης πατρὶ ἑορτάν τε κτίσῃ πλειστόμβροτον τεθμόν τε μέγιστον ἀέθλων O. 6.68
ὕπατον δ' ἔσχεν Πίσα Ἡρακλέος τεθμόν N. 10.33
πενταετηρίδ' ἑορτὰν Ἡρακλέος τέθμιον κωμάσαις N. 11.27
cf. O. 10.22ff. patron of Thebes,Ἡρακλέος ὀλβίαν πρὸς αὐλάν N. 4.24
, cf. fr. 29. 4. patron of games, ἀγώνων μοῖραν Ἑρμᾷ καὶ σὺν Ἡρακλεῖ διέποντι θάλειαν (sc. Διόσκουροι) N. 10.53 connected with Tiryns O. 10.31, I. 6.28d his adventures and fame. fights Poseidon, Apollo, Hades,Ἡρακλέης σκύταλον τίναξε χερσίν O. 9.30
kills Kteatos and Eurytos O. 10.27ff. kills Moliones and destroys the city of Augeas,δάμασε καὶ κείνους Ἡρακλέης O. 10.30
is defeated by Kyknos, τράπεδὲ Κύκνεια μάχα καὶ ὑπέρβιον Ἡρακλέα O. 10.16
Hera attempts to kill him,ἐγὼ δ' Ἡρακλέος ἀντέχομαι προφρόνως N. 1.33
ff., cf. Πα. 20. friend and companion of the Aiakidai, τοὶ καὶ σὺν μάχαις δὶς πόλιν Τρώων πράθον, ἑσπόμενοι Ἡρακλῆι πρότερον, καὶ σὺν Ἀτρείδαις (Tricl.: Ἡρακλεῖ codd.) I. 5.37, cf. I. 6.27—31, fr. 172, N. 4.25ff. Ἡράκλεες, σέο δὲ προπράον' ἔμμεν ξεῖνον ἀδελφεόν τ (sc. Αἰακόν) N. 7.86 πέφνεν δὲ σὺν κείνῳ (= Τελαμῶνι)Μερόπων ἔθνεα καὶ τὸν βουβόταν Ἀλκυονῆ, σφετέρας δ' οὐ φείσατο χερσὶν βαρυφθόγγοιο νευρᾶς Ἡρακλέης I. 6.35
cf. N. 4.26—7, test. fr. 33a. fights Geryon and Diomedes at behest of Eurystheus O. 3.28, fr. 81. τεκμαίρομαι ἔργοισιν Ἡρακλέος fr. 169. 5. his journey to the west,κιόνων ὕπερ Ἡρακλέος ἥρως θεὸς ἃς ἔθηκε ναυτιλίας ἐσχάτας μάρτυρας κλυτάς N. 3.21
Ἡρακλέος σταλᾶν O. 3.44
v. test. fr. 256, I. 4.12 his general fame,κωφὸς ἀνήρ τις, ὃς Ἡρακλεῖ στόμα μὴ περιβάλλει P. 9.87
τὸ πάντολμον σθένος Ἡρακλέος ὑμνήσομεν fr. 29. 4. for accounts of his exploits v. O. 10.24ff., N. 1.61ff., N. 3.22ff., I. 6.27ff.e test. Quint., Inst., 8. 6. 71, Hercules impetum adversus Meropas qui in insula Coo dicuntur habitasse non igni nec ventis nec mari sed fulmini similem fuisse fr. 33a Snell, = fr. 50 Schr. Strabo, 2. 91. 7, ὥς φησιν ἐν τοῖς ὕμνοις Πίνδαρος οἱ μεθ' Ἡρακλέους ἐκ Τροίας πλέοντες διὰ παρθένιον Ἕλλας πορθμόν, ἐπεὶ τῷ Μυρτῴῳ συνῆψαν, ἐς Κῶν ἐπαλινδρόμησαν Ζεφύρου ἀντιπνεύσαντος fr. 33a Snell, = fr. 51 Schr. Corp. Paroem. Gr., Supp. 1, p. 61 Ἡράκλειος ψώρα· ἐπὶ τῶν Ἡρακλείων λουτρῶν δεομένων καὶ θεραπείας. Ἀθηνᾶ γὰρ τῷ Ἡρακλεῖ πολλαχοῦ ἀνῆκε θερμὰ λουτάρια καὶ ἀνάπαυλαν τῶν πόνων ὡς μαρτυρεῖ καὶ Πίνδαρος ἐν Ὕμνοις fr. 51e. Σ Hom. Φ 1, Ἡρακλῆς εἰς Ἅιδου κατελθὼν ἐπὶ τὸν Κέρβερον κ. τ. ἑ. fr. 294a, cf. titulum Δ. 2. Philostr., Imag. 2. 24, Ἡρακλῆς εἰς τὴν τοῦ Κορωνοῦ στέγην ἀφικόμενος σιτεῖται βοῦν ὅλον fr. 168a. Strabo, 3. 5. 5, εἰς πύλας Γαδειρίδας ὑστάτας ἀφῖχθαι τὸν Ἡρακλέα (verba εἰς πύλας Γαδειρίδας Pindaro tribuuntur) fr. 256.f frag. ] Ἡρακλέης fr. 140a. 51 (26). ] Ἡρακλέος εξα[ fr. 169. 42. -
2 καταλέχω
καταλέγω (A),------------------------------------καταλέγω (B),A recount, tell at length and in order, Hom., always in [tense] fut. or [tense] aor. 1,ταῦτα μάλ' ἀτρεκέως καταλέξω Il.10.413
, al.; τόδε εἰπὲ καὶ ἀτρεκέως κατάλεξον ib. 384, al.;πᾶσαν ἀληθείην κατάλεξον 24.407
: freq. in Hdt., as 4.83, 114; ἑξῆς κ. Ath.13.610b; κ. τὰς προσηγορίας ib.c:—[voice] Pass., τούτων ὦν τῶν καταλεχθέντων of those which have been recounted, Hdt.4.50, cf. 23, al.:—[voice] Med., Ps.-Hdt.Vit.Hom.21: folld. by interrog. Adv.,κατάλεξον ὅπως ἤντησας Od.17.44
, 3.97; κεῖνον ὀϊζυρὸν κατάλεξον, ἤ που ἔτι ζώει.. tell me the tale of that unhappy man, 4.832.b repeat, recite,τῶν Χρησμῶν Hdt.7.6
;τετράμετρα πρὸς τὸν αὐλόν X.Smp.6.3
;τὰς πατρίους εὐχάς Herm.Hist.2
; καταλέγεσθαι· ὀδύρεσθαι τὸν τεθνεῶτα, Hsch.; cf.κατάλεγμα, καταλογή 111
.2 reckon up, tell in full tale,μνηστῆρας ἀριθμήσας κατάλεξον Od.16.235
; of a line of kings or ancestors,κατέλεγον οἱ ἱρέες ἐκ βύβλου.. βασιλέων τ καὶ λ οὐνόματα Hdt.2.100
;τοὺς αἰεὶ πατέρας Id.6.53
; κ. ἑωυτὸν μητρόθεν reckoned up his pedigree, Id.1.173;κ. τοὺς ἄρχοντας Pl.Hp.Ma. 285e
, cf.Ep. 327e, X.Mem.2.4.4:—later in [voice] Med., Ph.1.187, 2.593, Ath.11.504f.b reckon, count as, οὒς οἱ πολλοὶ πλουσίους κ. Pl.Lg. 742e, cf. X.An.2.6.27: so perh. in [voice] Pass.,Χήρα -έσθω 1 Ep.Ti.5.9
.3 with [tense] pf.κατείλοχα Paus.10.24.1
:—[voice] Pass., [tense] aor. (v. infr.): [tense] pf. κατείλεγμαι; [ per.] 3pl. [tense] plpf.κατειλέχατο J.AJ19.1.15
:— enumerate, draw up a list, hence, enrol, enlist,ἄνδρας οἳ δορυφόροι μὲν οὐκ ἐγένοντο Πεισιστράτου, κορυνηφόροι δέ Hdt.1.59
; στρατιώτας, ὁπλίτας, Ar.Ach. 1065, Lys. 394, etc.;ἱππέας Arist.Ath.49.2
;κ. εἰς ὁπλίτας Lys.15.7
;εἰς τὸν κατάλογον Ἀθηναίων Id.25.16
;ἐς τὰς ναῦς Th.3.75
: generally,τοὺς πεντακισχιλίους Arist.Ath.29.5
;κ. τὸν Ἡρακλέα εἰς τοὺς δώδεκα θεούς D.S.4.39
: c. dat.,κ. τινὰ τοῖς δημοσίᾳ ἱππεύουσιν Philostr.VS1.22.3
,cf. 1.25.3 (nisi leg. ἐγκατ-): c. inf., τοὺς πλουσιωτάτους ἱπποτροφεῖν κ. X.HG3.4.15:—in [voice] Med., enrol for oneself, δορυφόρους, ὁπλίτας, Hdt.1.98, Th.7.31:—[voice] Pass. ([tense] aor. 2 κατελέγην more common in [dialect] Att. than [tense] aor. 1, cf. IG22.896.9, Pl.Lg. 762e, 943a), to be enlisted or enrolled, Hdt.7.1; τῶν τρισχιλίων κ. to be enrolled of their number, Lys.30.8;κ. στρατιώτης Id.9.4
;κατειλεγμένος ἱππεύειν Id.16.13
;καταλεγεὶς τῶν τριηράρχων Is.7.5
;ὁ κατειλεγμένος D.39.8
; εἰς τὴν σύγκλητον κ. Plu.Pomp.13; ἀγορανόμον -λεγέντα, = Lat. adlectum inter aedilicios, Ann.Epigr.1905.120.4 later, select, :—[voice] Med., τὸν πλωτικὸν [ βίον] Pl.Ax. 368b.II = μηνύειν, τῷ βασιλεῖ τὴν ἐπιβουλήν J. AJ15.3.2: c. gen., inform against, ib.19.6.3; accuse, .Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > καταλέχω
-
3 κατα-λέγω
κατα-λέγω (s. λέγω), 1) niederlegen, zu Bett bringen, im act. nur Hesych. – Med., Hom., bes. in den syncop. Formen, ἔνϑ' ὁ γέρων κατέλεκτο, dort legte er sich nieder, Il. 9, 662, καταλέχϑαι, schlafen, Od. 15, 393, εὐνῇ ἐνὶ μαλακῇ καταλέγμενος 22, 196; aor. I. med., κατελέξατο, er legte sich hin, Il. 9, 690 Od. 10, 555; fut. καταλέξεται Hes. O. 521 u. sp. D. – 2) auslesen, auswählen, τῶν χρησμῶν, aus den Orakeln, Her. 7, 6; bes. Soldaten ausheben u. in die Soldatenlisten eintragen, στρατιώτας, Ar. Ach. 1029; Lys. 14, 6 u. A.; τοὺς ἐχϑροὺς κατέλεγον εἰς τὰς ναῦς, sie hoben ihre Feinde für die Schiffe, zum Seedienst aus, Thuc. 3, 75; τοὺς πλουσιωτάτους ἐκ πασῶν τῶν ἐκεῖ πόλεων ἱπποφορεῖν κατέλεξε Xen. Hell. 3, 4, 15. – Pass., bes. aor. κατελέγην, Plat. Legg. VI, 762 e; στρατεύεσϑαι τὸν καταλεγέντα XII, 943 a; ὥστε οὐδὲ τῶν τριςχιλίων κατελέγην Lys. 30, 8, ich wurde nicht einmal zu den 3000 gewählt; πλουσίους κατειλεγμένους εἰς τὴν σύγκλητον Plut. Pomp. 13, in den Senat gewählt, gerechnet. Seltener so das med., ὁπλίτας καταλεγόμενος Thuc. 7, 31; Plat. Legg. VI, 760 b; κατελέξατο στρατιάν Xen. Hell. 1, 4, 21; – darunter rechnen, τὸν Ἡρακλέα καταλεγόμενον εἰς τοὺς ϑεούς D. Sic. 4, 39; εὐεργεσίαν κατέλεγεν, er rechnete es als eine Wohlthat an, Xen. An. 2, 6, 27. – 3) der Reihe nach erzählen, vollständig hererzählen, ἀτρεκέως κατάλεξον u. ä., sehr häufig bei Hom. im fut. u. aor., μνηστῆρας ἀριϑμήσας κατάλεξον Od. 16, 235, ἐν μοίρῃ γὰρ πάντα διίκεο καὶ κατέλεξας Il. 19, 186; Her. 4, 50. 83. 114 u. öfter, bes. von der Genealogie; selten in attischer Prosa, wie Xen. Hem. 2, 4, 4 Plat. Ep. VII, 327 e. Auch im med., τὸν πλωτικὸν καταλεξώμεϑα, wir wollen betrachten, Plat. Ax. 368 b. – Aufzählen, Plat. Hipp. mai. 285 e; – τετράμετρα πρὸς τὸν αὐλόν, hersagen, vortragen, Xen. Conv. 6, 3; vgl. Ath. IV, 149 e.
-
4 παρά
παρά, πάρ (with apocope often before μ, π, δ; also κ, ς, τ, χ, ζ, β; with anastrophe Pae. 22.10)1 c. acc.,a to, towards with vb. of motion.παρ' εὐδείελον ἐλθὼν Κρόνιον O. 1.111
παρὰ Κρόνου τύρσιν O. 2.70
Κρόνιον παρ' ὄχθον O. 9.3
καί κεν ἐν ναυσὶν μόλον Ἀρέθοισαν ἐπὶ κράναν παρ' Αἰτναῖον ξένον P. 3.69
ἰόντι γᾶς ὀμφαλὸν παρ' ἀοίδιμον P. 8.59
οὐδὲ μολόντων πὰρ ματέρ' ἀμφὶ γέλως γλυκὺς ὦρσεν χάριν P. 8.85
ἴτε σὺν Ἡρακλέος ἀριστογόνῳ ματρὶ πὰρ Μελίαν χρυσέων ἐς ἄδυτον τριπόδων θησαυρόν P. 11.4
Κασσάνδραν πόρεὐ Ἀχέροντος ἀκτὰν παρ' εὔσκιον νηλὴς γυνά P. 11.21
σώματα δὲ παρὰ Κρονίδαν Κένταυρον ἀσθμαίνοντα κόμιζεν N. 3.47
ἀφνεὸς πενιχρός τε θανάτου παρὰ σᾶμα νέονται ( πέρας ἅμα coni. Weiseler) N. 7.19παρὰ μέγαν ὀμφαλὸν εὐρυκόλπου μόλεν χθονός N. 7.33
Κάστορος δ' ἐλθόντος ἐπὶ ξενίαν πὰρ Παμφάη N. 10.49
πατρὸς ἀγλαὸν Τελεσάρχου παρὰ πρόθυρον ἰὼν I. 8.2
Κύ]νθιον παρὰ κρημνόν Pae. 12.8
]παρ' ἁλμυρὸν οἴχεσθον Παρθ. 2. 77.b beside, byπαρ' Εὐρώτα πόρον O. 6.28
σόν τε, Κασταλία, πάρα /Ἀλφεοῦ τε ῥέεθρον O. 9.17
τὸν εἶδον κρατέοντα χερὸς ἀλκᾷ βωμὸν παρ' Ὀλύμπιον O. 10.101
χρυσότοξον θέμεναι παρὰ Πύθιον Ἀπόλλωνα θρόνους O. 14.10
Ἀμένα παρ' ὕδωρ P. 1.67
παρὰ δὲ τὰν εὔυδρον ἀκτὰν Ἱμέρα P. 1.79
παρ' ἐμὸν πρόθυρον P. 3.78
“ πὰρ χθόνιον Ἀίδα στόμα” P. 4.43πὰρ μέσον ὀμφαλὸν P. 4.74
Ἀμφιτρύωνος ἀγλαὸν παρὰ τύμβον N. 4.20
πὰρ βωμὸν πατέρος Ἑλλανίου στάντες N. 5.10
παρὰ Κασταλίαν τε (v. l. Κασταλίᾳ) N. 6.37θεοῦ παρ' εὐτειχέα δόμον N. 7.46
θαρσαλέα δὲ παρὰ κρατῆρα φωνὰ γίνεται N. 9.49
ἀλλά οἱ παρά τε πυρὰν τάφον θ' Ἑλικώνιαι παρθένοι στάν I. 8.57
Δηρηνὸν Ἀπόλλωνα πάρ τ' Ἀφρο[δίταν Pae. 2.5
χθονὸς ὀμφαλὸν πὰρ σκιάεντα μελπόμεναι Pae. 6.17
γᾶς παῤ ὀμφαλὸν εὐρύν Pae. 6.120
οἵαν Βρομίου [τελε]τὰν καὶ παρὰ σκᾶ[πτ]ον Διὸς Οὐρανίδαι ἐν μεγάροις ἵσταντι Δ. 2.. οἵ τ' ἀργίλοφον πὰρ Ζεφυρίου κολώναν ν[ fr. 140b. 5. Αἰγυπτίαν Μένδητα, πὰρ κρημνὸν θαλάσσας ἔσχατον Νείλου κέρας fr. 201. 1.c contrary to, againstἐν δίκᾳ τε καὶ παρὰ δίκαν O. 2.16
“φύονται δὲ καὶ νέοις ἐν ἀνδράσιν πολιαὶ θαμάκι παρὰ τὸν ἁλικίας ἐοικότα χρόνον” O. 4.27μὴ παρὰ καιρὸν O. 8.24
τὸ καυχᾶσθαι παρὰ καιρὸν μανίαισιν ὑποκρέκει O. 9.38
πολλὰ δ' ἀνθρώποις παρὰ γνώμαν ἔπεσεν O. 12.10
καὶ τὰν παρ' ὅρκον καὶ παρὰ ἐλπίδα κτίσιν O. 13.83
τί κομπέω παρὰ καιρόν; P. 10.4 τὸ δὲ πὰρ δίκαν γλυκὺ πικροτάτα μένει τελευτά. I. 7.47d past, byIπαρὰ σκοπὸν οὐ χρὴ τὰ πολλὰ βέλεα καρτύνειν χεροῖν O. 13.94
μαθὼν δέ τις ἀνερεῖ, εἰ πὰρ μέλος ἔρχομαι ψάγιον ὄαρον ἐννέπων (i. e. εἰ λοξὰ καὶ οὐκ ἀληθῆ λέγω Σ.) N. 7.69 οὐ πὰρ σκοπόν fr. 6a. g. παρὰ ναῦν δ' ἰθύει τάχιστα δελφίς fr. 234.II met., beyond, exceeding, pastπαρ' αἶσαν ἐξερεθίζων P. 8.13
e side by side with, in comparison withἓν παρ' ἐσλὸν πήματα σύνδυο δαίονται βροτοῖς ἀθάνατοι P. 3.81
“εἰ δὲ χρὴ καὶ πὰρ σοφὸν ἀντιφερίξαι, ἐρέω” P. 9.50 σὲ δἐγὼ παρά μιν αἰνέω μέν, Γηρυόνα ( παρ' ἀμὶν v. l. in codd. Aristidis, sed v. Σ ad loc., παρ' αὐτὸν τὸν Ἡρακλέα) fr. 81 ad Δ. 2. παρὰ Λύδιον ἅρμα πεζὸς οἰχνέων fr. 206.f for the sake ofοὐ χθόνα ταράσσοντες οὐδὲ πόντιον ὕδωρ κενεὰν παρὰ δίαιταν O. 2.65
g of alternation, Κάστορος βίαν, σέ τε, ἄναξ Πολύδευκες, υἱοὶ θεῶν, τὸ μὲν παρ' ἆμαρ ἕδραισι Θεράπνας, τὸ δ οἰκέοντας ἔνδον Ὀλύμπου every second day P. 11.632 c. gen.,a from of motion from, from besideἵκων δ' παῤ εὐηράτων σταθμῶν O. 5.9
“ ἀντρόθε γὰρ νέομαι πὰρ Χαρικλοῦς καὶ Φιλύρας” P. 4.103κωμάσομεν παρ' Ἀπόλλωνος Σικυωνόθε, Μοῖσαι, τὰν νεοκτίσταν ἐς Αἴτναν N. 9.1
Θέμιν ὠκεανοῦ παρὰ παγᾶν Μοῖραι ἆγον fr. 30. 2.b from without motion,Iπαρὰ πατρὸς εὔδοξον Ἱπποδάμειαν σχεθέμεν O. 1.70
ἀρέομαι πὰρ μὲν Σαλαμῖνος Ἀθαναίων χάριν μισθόν P. 1.76
εἴ τι καὶ φλαῦρον παραιθύσσει μέγα τοι φέρεται πὰρ σέθεν P. 1.88
χρὴ τὰ ἐοικότα πὰρ δαιμόνων μαστευέμεν P. 3.59
εὖχος ἤδη παρὰ Πυθιάδος ἵπποις ἑλών P. 5.21
II of place of origin. συμβαλεῖν δ' εὐμαρὲς ἦν τό τε Πεισάνδρου πάλαι αἷμ ἀπὸ Σπάρτας, καὶ παῤ Ἰσμηνοῦ ῥοᾶν κεκραμένον ἐκ Μελανίπποιο μάτρωος (Bergk: ῥοὰν codd.) N. 11.36c πὰρ ποδός, atγνόντα τὸ πὰρ ποδὸς P. 3.60
τῶν δ' ἕκαστος ὀρούει, τυχών κεν ἁρπαλέαν σχέθοι φροντίδα τὰν πὰρ ποδός P. 10.62
3 c. dat.a beside, by of place.παρ' Ἀλφεῷ O. 1.20
πὰρ ποδί O. 1.74
παρὰ βωμῷ O. 1.93
παρ' Ἀλφειῷ O. 7.15
παρὰ Κασταλίᾳ O. 7.17
πὰρ Κρόνου λόφῳ O. 8.17
ἀρχαίῳ σάματι πὰρ Πέλοπος O. 10.24
παρ' εὐκλέι Δίρκᾳ O. 10.85
συγγόνῳ παρ' ἑστίᾳ O. 12.14
ὁμιλέων παρ' οἰκείαις ἀρούραις O. 12.19
κόλποις παρ' εὐδόξοις Πίσας O. 14.23
παρὰ Βοιβιάδος κρημνοῖσιν P. 3.34
“ Καφισοῦ παρ' ὄχθαις” P. 4.46 παρὰ καλλιχόρῳ ναίοισι πόλι Χαρίτων ( καλλίχορον πόλιν Theon) P. 12.26 παρὰ μὲν ὑψιμέδοντι Παρνασσῷ (Tricl.: πὰρ codd.) N. 2.19Παλίου δὲ πὰρ ποδί N. 4.54
[ παρὰ Κασταλίᾳ τε (v. l. Κασταλίαν) N. 6.37]τὸ δὲ πὰρ ποδὶ ναὸς ἑλισσόμενον αἰεὶ κυμάτων N. 6.55
Κρονίου πὰρ τεμένει N. 6.61
παρὰ πεζοβόαις ἵπποις τε N. 9.34
Ἥβα τελείᾳ παρὰ ματέρι βαίνοισ N. 10.18
( χαλκὸν)Λύκαιον πὰρ Διὸς θῆκε δρόμῳ N. 10.48
ἁμέραν τὰν μὲν παρὰ πατρὶ φίλῳ Δὶ νέμονται N. 10.55
παρὰ Κασταλίᾳ καὶ παρ' εὐδένδρῳ μολὼν ὄχθῳ Κρόνου N. 11.24
ῥεέθροισί τε Δίρκας ἔφανεν καὶ πὰρ Εὐρώτᾳ πέλας I. 1.29
Καίκου παρ' ὄχθαις I. 5.42
παρ' εὐτειχέσιν Κάδμου πύλαις I. 6.76
παρὰ καλλιρόῳ Δίρκᾳ I. 8.19
Ζηνὶ μισγομέναν ἢ Διὸς παρ' ἀδελφεοῖσιν I. 8.35
ποτίκολλον ἅτε ξύλον παρὰ ξύλῳ fr. 241.I with, by the side of, amongπαρὰ μὲν τιμίοις θεῶν O. 2.65
ἀκίνδυνοι δ' ἀρεταὶ οὔτε παῤ ἀνδράσιν οὔτ ἐν ναυσὶ κοίλαις τίμιαι O. 6.10
Μοῖσα, καὶ πὰρ Δεινομένει κελαδῆσαι πίθεό μοι P. 1.58
εὐμενέσσι γὰρ παρὰ Κρονίδαις P. 2.25
παρὰ τυραννίδι P. 2.87
καὶ θεοὶ δαίσαντο παρ' ἀμφοτέροις P. 3.93
σάμερον μὲν χρή σε παρ' ἀνδρὶ φίλῳ στᾶμεν P. 4.1
παρὰ ματρὶ μένειν P. 4.186
Κόλχοισιν βίαν μεῖξαν Αἰήτᾳ παρ' αὐτῷ P. 4.213
( Ὑπερβορέων),παρ' οἷς ποτε Περσεὺς ἐδαίσατο λαγέτας P. 10.31
γάμον δαίσαντα πὰρ Δὶ Κρονίδᾳ N. 1.72
νῦν δὲ παρ' Αἰγιόχῳ κάλλιστον ὄλβον ἀμφέπων ναίει I. 4.58
σεμνᾷ μὲν κατάρχει Ματέρι πὰρ μεγάλᾳ ῥόμβοι τυπάνων Δ. 2.. παρὰ δέ σφισιν εὐανθὴς ἅπας τέθαλεν ὄλβος i. e. in their country Θρ. 7. 7.II met., with καλός τοι πίθων παρὰ παισίν, αἰεὶ καλός in the opinion of P. 2.72 κοινᾶνι παρ' εὐθυτάτῳ γνώμαν πιθών, πάντα ἰσάντι νόῳ in the judgement of P. 3.28αἰὼν δ' ἀσφαλὴς οὔτ ἔγεντ οὔτ Αἰακίδᾳ παρὰ Πηλεῖ οὔτε παῤ ἀντιθέῳ Κάδμῳ P. 3.87
4a in tmesis. “ παρά τις ἔτρεψεν ἄμμι θεός” (v. παρατρέπω) I. 8.10b fragg.τὶν μὲν [πά]ρ μιν[ ] ἐμὶν δὲ πὰ[ρ] κείνοι[ς Πα. 1. 1 ]ν πάρα Pae. 22.9
νέ]μομαι παρὰ[ fr. 215b. 9. -
5 πάρ
παρά, πάρ (with apocope often before μ, π, δ; also κ, ς, τ, χ, ζ, β; with anastrophe Pae. 22.10)1 c. acc.,a to, towards with vb. of motion.παρ' εὐδείελον ἐλθὼν Κρόνιον O. 1.111
παρὰ Κρόνου τύρσιν O. 2.70
Κρόνιον παρ' ὄχθον O. 9.3
καί κεν ἐν ναυσὶν μόλον Ἀρέθοισαν ἐπὶ κράναν παρ' Αἰτναῖον ξένον P. 3.69
ἰόντι γᾶς ὀμφαλὸν παρ' ἀοίδιμον P. 8.59
οὐδὲ μολόντων πὰρ ματέρ' ἀμφὶ γέλως γλυκὺς ὦρσεν χάριν P. 8.85
ἴτε σὺν Ἡρακλέος ἀριστογόνῳ ματρὶ πὰρ Μελίαν χρυσέων ἐς ἄδυτον τριπόδων θησαυρόν P. 11.4
Κασσάνδραν πόρεὐ Ἀχέροντος ἀκτὰν παρ' εὔσκιον νηλὴς γυνά P. 11.21
σώματα δὲ παρὰ Κρονίδαν Κένταυρον ἀσθμαίνοντα κόμιζεν N. 3.47
ἀφνεὸς πενιχρός τε θανάτου παρὰ σᾶμα νέονται ( πέρας ἅμα coni. Weiseler) N. 7.19παρὰ μέγαν ὀμφαλὸν εὐρυκόλπου μόλεν χθονός N. 7.33
Κάστορος δ' ἐλθόντος ἐπὶ ξενίαν πὰρ Παμφάη N. 10.49
πατρὸς ἀγλαὸν Τελεσάρχου παρὰ πρόθυρον ἰὼν I. 8.2
Κύ]νθιον παρὰ κρημνόν Pae. 12.8
]παρ' ἁλμυρὸν οἴχεσθον Παρθ. 2. 77.b beside, byπαρ' Εὐρώτα πόρον O. 6.28
σόν τε, Κασταλία, πάρα /Ἀλφεοῦ τε ῥέεθρον O. 9.17
τὸν εἶδον κρατέοντα χερὸς ἀλκᾷ βωμὸν παρ' Ὀλύμπιον O. 10.101
χρυσότοξον θέμεναι παρὰ Πύθιον Ἀπόλλωνα θρόνους O. 14.10
Ἀμένα παρ' ὕδωρ P. 1.67
παρὰ δὲ τὰν εὔυδρον ἀκτὰν Ἱμέρα P. 1.79
παρ' ἐμὸν πρόθυρον P. 3.78
“ πὰρ χθόνιον Ἀίδα στόμα” P. 4.43πὰρ μέσον ὀμφαλὸν P. 4.74
Ἀμφιτρύωνος ἀγλαὸν παρὰ τύμβον N. 4.20
πὰρ βωμὸν πατέρος Ἑλλανίου στάντες N. 5.10
παρὰ Κασταλίαν τε (v. l. Κασταλίᾳ) N. 6.37θεοῦ παρ' εὐτειχέα δόμον N. 7.46
θαρσαλέα δὲ παρὰ κρατῆρα φωνὰ γίνεται N. 9.49
ἀλλά οἱ παρά τε πυρὰν τάφον θ' Ἑλικώνιαι παρθένοι στάν I. 8.57
Δηρηνὸν Ἀπόλλωνα πάρ τ' Ἀφρο[δίταν Pae. 2.5
χθονὸς ὀμφαλὸν πὰρ σκιάεντα μελπόμεναι Pae. 6.17
γᾶς παῤ ὀμφαλὸν εὐρύν Pae. 6.120
οἵαν Βρομίου [τελε]τὰν καὶ παρὰ σκᾶ[πτ]ον Διὸς Οὐρανίδαι ἐν μεγάροις ἵσταντι Δ. 2.. οἵ τ' ἀργίλοφον πὰρ Ζεφυρίου κολώναν ν[ fr. 140b. 5. Αἰγυπτίαν Μένδητα, πὰρ κρημνὸν θαλάσσας ἔσχατον Νείλου κέρας fr. 201. 1.c contrary to, againstἐν δίκᾳ τε καὶ παρὰ δίκαν O. 2.16
“φύονται δὲ καὶ νέοις ἐν ἀνδράσιν πολιαὶ θαμάκι παρὰ τὸν ἁλικίας ἐοικότα χρόνον” O. 4.27μὴ παρὰ καιρὸν O. 8.24
τὸ καυχᾶσθαι παρὰ καιρὸν μανίαισιν ὑποκρέκει O. 9.38
πολλὰ δ' ἀνθρώποις παρὰ γνώμαν ἔπεσεν O. 12.10
καὶ τὰν παρ' ὅρκον καὶ παρὰ ἐλπίδα κτίσιν O. 13.83
τί κομπέω παρὰ καιρόν; P. 10.4 τὸ δὲ πὰρ δίκαν γλυκὺ πικροτάτα μένει τελευτά. I. 7.47d past, byIπαρὰ σκοπὸν οὐ χρὴ τὰ πολλὰ βέλεα καρτύνειν χεροῖν O. 13.94
μαθὼν δέ τις ἀνερεῖ, εἰ πὰρ μέλος ἔρχομαι ψάγιον ὄαρον ἐννέπων (i. e. εἰ λοξὰ καὶ οὐκ ἀληθῆ λέγω Σ.) N. 7.69 οὐ πὰρ σκοπόν fr. 6a. g. παρὰ ναῦν δ' ἰθύει τάχιστα δελφίς fr. 234.II met., beyond, exceeding, pastπαρ' αἶσαν ἐξερεθίζων P. 8.13
e side by side with, in comparison withἓν παρ' ἐσλὸν πήματα σύνδυο δαίονται βροτοῖς ἀθάνατοι P. 3.81
“εἰ δὲ χρὴ καὶ πὰρ σοφὸν ἀντιφερίξαι, ἐρέω” P. 9.50 σὲ δἐγὼ παρά μιν αἰνέω μέν, Γηρυόνα ( παρ' ἀμὶν v. l. in codd. Aristidis, sed v. Σ ad loc., παρ' αὐτὸν τὸν Ἡρακλέα) fr. 81 ad Δ. 2. παρὰ Λύδιον ἅρμα πεζὸς οἰχνέων fr. 206.f for the sake ofοὐ χθόνα ταράσσοντες οὐδὲ πόντιον ὕδωρ κενεὰν παρὰ δίαιταν O. 2.65
g of alternation, Κάστορος βίαν, σέ τε, ἄναξ Πολύδευκες, υἱοὶ θεῶν, τὸ μὲν παρ' ἆμαρ ἕδραισι Θεράπνας, τὸ δ οἰκέοντας ἔνδον Ὀλύμπου every second day P. 11.632 c. gen.,a from of motion from, from besideἵκων δ' παῤ εὐηράτων σταθμῶν O. 5.9
“ ἀντρόθε γὰρ νέομαι πὰρ Χαρικλοῦς καὶ Φιλύρας” P. 4.103κωμάσομεν παρ' Ἀπόλλωνος Σικυωνόθε, Μοῖσαι, τὰν νεοκτίσταν ἐς Αἴτναν N. 9.1
Θέμιν ὠκεανοῦ παρὰ παγᾶν Μοῖραι ἆγον fr. 30. 2.b from without motion,Iπαρὰ πατρὸς εὔδοξον Ἱπποδάμειαν σχεθέμεν O. 1.70
ἀρέομαι πὰρ μὲν Σαλαμῖνος Ἀθαναίων χάριν μισθόν P. 1.76
εἴ τι καὶ φλαῦρον παραιθύσσει μέγα τοι φέρεται πὰρ σέθεν P. 1.88
χρὴ τὰ ἐοικότα πὰρ δαιμόνων μαστευέμεν P. 3.59
εὖχος ἤδη παρὰ Πυθιάδος ἵπποις ἑλών P. 5.21
II of place of origin. συμβαλεῖν δ' εὐμαρὲς ἦν τό τε Πεισάνδρου πάλαι αἷμ ἀπὸ Σπάρτας, καὶ παῤ Ἰσμηνοῦ ῥοᾶν κεκραμένον ἐκ Μελανίπποιο μάτρωος (Bergk: ῥοὰν codd.) N. 11.36c πὰρ ποδός, atγνόντα τὸ πὰρ ποδὸς P. 3.60
τῶν δ' ἕκαστος ὀρούει, τυχών κεν ἁρπαλέαν σχέθοι φροντίδα τὰν πὰρ ποδός P. 10.62
3 c. dat.a beside, by of place.παρ' Ἀλφεῷ O. 1.20
πὰρ ποδί O. 1.74
παρὰ βωμῷ O. 1.93
παρ' Ἀλφειῷ O. 7.15
παρὰ Κασταλίᾳ O. 7.17
πὰρ Κρόνου λόφῳ O. 8.17
ἀρχαίῳ σάματι πὰρ Πέλοπος O. 10.24
παρ' εὐκλέι Δίρκᾳ O. 10.85
συγγόνῳ παρ' ἑστίᾳ O. 12.14
ὁμιλέων παρ' οἰκείαις ἀρούραις O. 12.19
κόλποις παρ' εὐδόξοις Πίσας O. 14.23
παρὰ Βοιβιάδος κρημνοῖσιν P. 3.34
“ Καφισοῦ παρ' ὄχθαις” P. 4.46 παρὰ καλλιχόρῳ ναίοισι πόλι Χαρίτων ( καλλίχορον πόλιν Theon) P. 12.26 παρὰ μὲν ὑψιμέδοντι Παρνασσῷ (Tricl.: πὰρ codd.) N. 2.19Παλίου δὲ πὰρ ποδί N. 4.54
[ παρὰ Κασταλίᾳ τε (v. l. Κασταλίαν) N. 6.37]τὸ δὲ πὰρ ποδὶ ναὸς ἑλισσόμενον αἰεὶ κυμάτων N. 6.55
Κρονίου πὰρ τεμένει N. 6.61
παρὰ πεζοβόαις ἵπποις τε N. 9.34
Ἥβα τελείᾳ παρὰ ματέρι βαίνοισ N. 10.18
( χαλκὸν)Λύκαιον πὰρ Διὸς θῆκε δρόμῳ N. 10.48
ἁμέραν τὰν μὲν παρὰ πατρὶ φίλῳ Δὶ νέμονται N. 10.55
παρὰ Κασταλίᾳ καὶ παρ' εὐδένδρῳ μολὼν ὄχθῳ Κρόνου N. 11.24
ῥεέθροισί τε Δίρκας ἔφανεν καὶ πὰρ Εὐρώτᾳ πέλας I. 1.29
Καίκου παρ' ὄχθαις I. 5.42
παρ' εὐτειχέσιν Κάδμου πύλαις I. 6.76
παρὰ καλλιρόῳ Δίρκᾳ I. 8.19
Ζηνὶ μισγομέναν ἢ Διὸς παρ' ἀδελφεοῖσιν I. 8.35
ποτίκολλον ἅτε ξύλον παρὰ ξύλῳ fr. 241.I with, by the side of, amongπαρὰ μὲν τιμίοις θεῶν O. 2.65
ἀκίνδυνοι δ' ἀρεταὶ οὔτε παῤ ἀνδράσιν οὔτ ἐν ναυσὶ κοίλαις τίμιαι O. 6.10
Μοῖσα, καὶ πὰρ Δεινομένει κελαδῆσαι πίθεό μοι P. 1.58
εὐμενέσσι γὰρ παρὰ Κρονίδαις P. 2.25
παρὰ τυραννίδι P. 2.87
καὶ θεοὶ δαίσαντο παρ' ἀμφοτέροις P. 3.93
σάμερον μὲν χρή σε παρ' ἀνδρὶ φίλῳ στᾶμεν P. 4.1
παρὰ ματρὶ μένειν P. 4.186
Κόλχοισιν βίαν μεῖξαν Αἰήτᾳ παρ' αὐτῷ P. 4.213
( Ὑπερβορέων),παρ' οἷς ποτε Περσεὺς ἐδαίσατο λαγέτας P. 10.31
γάμον δαίσαντα πὰρ Δὶ Κρονίδᾳ N. 1.72
νῦν δὲ παρ' Αἰγιόχῳ κάλλιστον ὄλβον ἀμφέπων ναίει I. 4.58
σεμνᾷ μὲν κατάρχει Ματέρι πὰρ μεγάλᾳ ῥόμβοι τυπάνων Δ. 2.. παρὰ δέ σφισιν εὐανθὴς ἅπας τέθαλεν ὄλβος i. e. in their country Θρ. 7. 7.II met., with καλός τοι πίθων παρὰ παισίν, αἰεὶ καλός in the opinion of P. 2.72 κοινᾶνι παρ' εὐθυτάτῳ γνώμαν πιθών, πάντα ἰσάντι νόῳ in the judgement of P. 3.28αἰὼν δ' ἀσφαλὴς οὔτ ἔγεντ οὔτ Αἰακίδᾳ παρὰ Πηλεῖ οὔτε παῤ ἀντιθέῳ Κάδμῳ P. 3.87
4a in tmesis. “ παρά τις ἔτρεψεν ἄμμι θεός” (v. παρατρέπω) I. 8.10b fragg.τὶν μὲν [πά]ρ μιν[ ] ἐμὶν δὲ πὰ[ρ] κείνοι[ς Πα. 1. 1 ]ν πάρα Pae. 22.9
νέ]μομαι παρὰ[ fr. 215b. 9. -
6 καταλεγω
I(fut. καταλέξω, aor. κατέλεξα, pf. κατείλοχα; pass.: aor. 1 κατελεχθην, aor. 2 κατελέγην) тж. med.1) выбирать, избиратьκ. τῶν ἀστῶν Her. — выбирать из среды граждан;
κ. τῶν χρησμῶν Her. — выбирать из числа прорицаний2) перебирать по порядку, излагать, рассказывать(πᾶσαν ἀληθείην Hom.; τῶν Σκυθέων τέν ἀπορίαν Her.)
ἀτρεκέως κατάλεξον Hom. — правдиво расскажи (мне);τούτων τῶν καταλεχθέντων γίνεται ὅ Ἴστρος Her. — из (слияния) этих перечисленных (рек) рождается Истр3) называть, перечислять(βασιλέων οὐνόματα Her.)
4) произносить вслух, читать, декламировать(τετράμετρα Xen.)
5) вносить (в списки), записывать(εἰς κατάλογον Lys.)
κ. τοὺς πλουσιωτάτους ἱπποφορεῖν Xen. — внести самых богатых (граждан) в списки поставщиков лошадей6) причислять, зачислять, включать(τὸν Ἡρακλέα εἰς τοὺς δώδεκα θεούς Diod.; τινὰ τῶν τριηραρχῶν Isae.)
7) производить набор, набирать(ὁπλίτας Thuc.; στρατιώτας Arph.; στρατιάν Plat.)
στρατεύεσθαι καταλέγεσθαι Plat. — быть призванным в войска;κατελέγην στρατιώτης Lys. — я был зачислен солдатом8) считать, полагать(τινὰ πλούσιον Plat.)
II(только med.: fut. καταλέξομαι, 3 л. sing. aor. 1 κατελέξατο, эп. 3 л. sing. aor. 2 κατέλεκτο, part. καταλέγμενος, inf. pf. καταλέχθαι)1) ложиться спать(ἔνθ΄ ὅ γέρων κατέλεκτο Hom.)
2) спать(εὐνῇ ἔνι μαλακῇ Hom.)
-
7 Γηρυόνας
1Ἀλκμήνα τέκεν παῖδα, θρασεῖαι τόν ποτε Γηρυόνα φρίξαν κύνες I. 1.13
σὲ δἐγὼ παρά μιν αἰνέω μέν, Γηρυόνα (cf. Σ. παῤαὐτὸν τὸν Ἡρακλέα) fr. 81 ad Δ. 2. ἐπεὶ Γηρυόνα βόας Κυκλώπειον ἐπὶ πρόθυρον Εὐρυσθέος ἔλασεν fr. 169. 6. -
8 μυθολογέω
A tell mythic tales, such as those of Homer, Isoc.6.24, Pl.R. 392b, Longin.34.2;πολλὰ τοιαῦτα μ. Pl.Grg. 493d
: folld. by a Relat., μ. ὡς .. X.Smp.8.28; μ. ὅτι .. Hp.Art.53.2 c. acc., tell as a legend or mythic tale,μ. τοὺς πολέμους τῶν ἡμιθέων Isoc.2.49
: c. inf., of an animal, ὃν.. μυθολογοῦσι γενέσθαι ἐκ πυρκαϊᾶς which they fable, fabulously report to derive its birth, Arist.HA 609b10; καθάπερ καὶ τὸν Μίδαν.. μυθολογοῦσι (sc. ἀπολέσθαι) Id.Pol. 1257b16, cf. 1274a39:—[voice] Pass., οἷαι μυθολογοῦνται παλαιαὶ γενέσθαι φύσεις such as they are fabled to have been, Pl.R. 588c, cf. Arist.HA 617a5: impers., μυθολογεῖται.. τοὺς Ἀργοναύτας τὸν Ἡρακλέα καταλιπεῖν the legend goes that.., Id.Pol. 1284a22;μ. περὶ τῆς ζωῆς ὡς ὂν μακρόβιον Id.HA 578b23
: abs., become mythical, D.60.9, etc.; τὰ μυθολογούμενα fabulous tales, Arist.HA 578b24, cf. Pl.R. 378e.IV relate, generally with a notion of exaggeration, [Αἴσωπος] ἐμυθολόγησεν ὡς .. Arist.Mete. 356b12, cf. Nymphod.12; τὰ τῶν Ἑλλήνων καλά Polydeuces ap. Philostr.VS2.12.2.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > μυθολογέω
-
9 φύσις
φύσις [pron. full] [ῠ], ἡ, gen. φύσεως, poet. φύσεος prob. (metri gr.) in E.Tr. 886, cf. Ar.V. 1282 (lyr.), 1458 (lyr.), [dialect] Ion. φύσιος: dual φύσει (I origin,φ. οὐδενός ἐστιν ἁπάντων θνητῶν οὐδὲ.. τελευτή Emp.8.1
(cf. Plu.2.1112a);φ. βούλονται λέγειν γένεσιν τὴν περὶ τὰ πρῶτα Pl.Lg. 892c
;ἡ φ. ἡ λεγομένη ὡς γένεσις ὁδός ἐστιν εἰς φύσιν Arist.Ph. 193b12
;φ. λέγεται ἡ τῶν φυομένων γένεσις Id.Metaph. 1014b16
; freq. of persons, birth,φύσει νεώτερος S.OC 1295
, cf. Aj. 1301, etc.;φύσι γεγονότες εὖ Hdt.7.134
; φύσει, opp. θέσει (by adoption), D.L.9.25;φύσει Ἀμβρακιώτης, δημοποίητος δὲ Σικυώνιος Ath.4.183d
; so ὁ κατὰ φύσιν πατήρ, υἱός, ἀδελφός, Plb. 3.9.6, 3.12.3, 11.2.2; also in acc.,ἐκ πατρὸς ταὐτοῦ φύσιν S.El. 325
; ἢ φίλων τις ἢ πρὸς αἵματος φύσιν ib. 1125, cf. Isoc.3.42.2 growth, τριχῶν, παιδίου, Hp.Nat.Puer.20,29, cf. 27: pl.,γενειάσεις καὶ φύσεις κεράτων Plot.4.3.13
.II the natural form or constitution of a person or thing as the result of growth (οἷον ἕκαστόν ἐστι τῆς γενέσεως τελεσθείσης, ταύτην φαμὲν τὴν φ. εἶναι ἑκάστου Arist.Pol. 1252b33
): hence,1 nature, constitution, once in Hom., καί μοι φύσιν αὐτοῦ (sc. τοῦ φαρμάκου)ἔδειξε Od.10.303
;φ. τῆς χώρης Hdt.2.5
;τῆς Ἀττικῆς X.Vect.1.2
, cf. Oec.16.2, D.18.146, etc.;τῆς τριχός X.Eq.5.5
; αἵματος, ἀέρος, etc., Arist.PA 648a21, Mete. 340a36, etc.: pl.,φύσεις ἐγγιγνομένας καρπῶν καὶ δένδρων Isoc.7.74
;αἱ φ. καὶ δυνάμεις τῶν πολιτειῶν Id.12.134
;ἡ τῶν ἀριθμῶν φ. Pl.R. 525c
;ἡ τῶν πάντων φ. X.Mem.1.1.11
, etc.;ἡ ἰδία τοῦ πράγματος φ. IG22.1099.28
(Epist.Plotinae).2 outward form, appearance,μέζονας ἢ κατ' ἀνθρώπων φύσιν Hdt.8.38
; ἢ νόον ἤτοι φύσιν either in mind or outward form, Pi.N.6.5;οὐ γὰρ φ. Ὠαριωνείαν ἔλαχεν Id.I.4(3).49
(67);μορφῆς δ' οὐχ ὁμόστολος φ. A.Supp. 496
; (read εἷρπε, taking φ. with ἔχων), cf. Tr. 379; δρακαίνης φ. ἔχουσαν ἀγρίαν prob. in E.Ba. 1358;τὴν ἐμὴν ἰδὼν φ. Ar.V. 1071
(troch.), cf. Nu. 503;τὴν τοῦ σώματος φ. Isoc.9.75
.3 Medic., constitution, temperament, Hp.Aph.3.2 (pl.), al.;ἡ φ. καὶ ἡ ἕξις Id.Acut.43
;φ. φύσιος καὶ ἡλικία ἡλικίης διαφέρει Id.Fract.7
;φύσιες νούσων ἰητροί Id.Epid.6.5.1
.b natural place or position of a bone or joint, ἀποπηδᾶν ἀπὸ τῆς φ., ἐς τὴν φ. ἄγεσθαι, Id.Art.61, 62, al.;ὀστέον μένον ἐν τῇ ἑωυτοῦ φ. Id.VC5
, al.;φύσιες τῶν ἄρθρων Id.Nat.Puer.17
.4 of the mind, one's nature, character,ἦθος ἕκαστον, ὅπῃ φ. ἐστὶν ἑκάστῳ Emp.110.5
;εὐγενὴς γὰρ ἡ φ. κἀξ εὐγενῶν.. ἡ σή S.Ph. 874
; τὴν αὑτοῦ φ. λιπεῖν, δεῖξαι, ib. 902, 1310;φ. φρενός E.Med. 103
(anap.);ἡ ἀνθρωπεία φ. Th.1.76
;φ. τῆς μορφῆς καὶ τῆς ψυχῆς X.Cyr.1.2.2
;ὀνόματι μεμπτὸν τὸ νόθον, ἡ φ. δ' ἴση E.Fr. 168
; φ. φιλόσοφος, τυραννική, etc., Pl.R. 410e, 576a, etc.;δεξιοὶ φύσιν A.Pr. 489
;ἀκμαῖοι φύσιν Id.Pers. 441
;τὸ γὰρ ἀποστῆναι χαλεπὸν φύσεος, ἣν ἔχοι τις Ar.V. 1458
(lyr.), cf. 1282 (lyr.);Σόλων.. ἦν φιλόδημος τὴν φ. Id.Nu. 1187
;ἔνιοι ὄντες ὡς ἀληθῶς τοῦ δήμου τὴν φ. οὐ δημοτικοί εἰσι X.Ath.2.19
; φύσεως ἰσχύς force of natural powers, Th.1.138; φύσεως κακία badness of natural disposition, D.20.140;ἀγαθοὶ.. γίγνονται διὰ τριῶν, τὰ τρία δὲ ταῦτά ἐστι φ. ἔθος λόγος Arist. Pol. 1332a40
; χρῶ τῇ φύσει, i.e. give rein to your natural propensities, Ar.Nu. 1078, cf. Isoc.7.38;τῇ φ. χρώμενος Plu.Cor.18
;θείας κοινωνοὶ φ. 2 Ep.Pet.1.4
: pl., Isoc.4.113, v.l. in E.Andr. 956;οἱ ἄριστοι τὰς φ. Pl.R. 526c
, cf. 375b, al.: prov.,ἔθος, φασί, δευτέρη φ. Jul.Mis. 353a
.b instinct in animals, etc., Democr.278; ap. Stob.1.41.6;ἐν τοῖς ἄλλοις ζῴοις ἡ αἴσθησις τῇ φ. ἥνωται, ἐν δὲ ἀνθρώποις τῇ νοήσει Corp.Herm. 9.1
, cf. 12.1.5 freq. in periphrases, καὶ γὰρ ἂν πέτρου φύσιν σύ γ' ὀργάνειας, i.e. would'st provoke a stone, S.OT 335;χθονὸς φ. A.Ag. 633
; esp. in Pl.,ἡ τοῦ πτεροῦ φ. Phdr. 251b
;ἡ φ. τῶν σωμάτων Smp. 186b
; ἡ φ. τῆς ἀσθενείας its natural weakness, Phd. 87e;ἡ τοῦ μυελοῦ φ. Ti. 84c
;ἡ τοῦ δικαίου φ. Lg. 862d
, al.; ἡ φ., with gen. understood, Smp. 191a, Phd. 109e.III the regular order of nature,τύχη.. ἀβέβαιος, φ. δὲ αὐτάρκης Democr.176
;κατὰ φύσιν Pl.R. 444d
, etc.; τρίχες κατὰ φύσιν πεφυκυῖαι growing naturally, Hdt.2.38, cf. Alex.156.7 (troch.); (cf. Pl.Grg. 488b);κατὰ φ. ποιεῖν Heraclit.112
; opp. παρὰ φύσιν, E.Ph. 395, Th.6.17, etc.;παρὰ τὴν φ. Anaxipp.1.18
; προδότης ἐκ φύσεως a traitor by nature, Aeschin.2.165; πρὸ τῆς φ. ἥκειν εἰς θάνατον before the natural term, Plu.Comp.Dem.Cic.5: freq. in dat. φύσει (ἐν φ. Hp.
Aër.14) by nature, naturally, opp. τύχῃ, τέχνῃ, Pl.Lg. 889b, cf. R. 381b;φύσει τοιοῦτος Ar.Pl. 275
, cf. 279, al.;ὁ ἄνθρωπος φ. πολιτικὸν ζῷόν ἐστι Arist.Pol. 1253a3
; ὁ μὴ αὑτοῦ φ. ἀλλ' ἄλλου ἄνθρωπος ὤν, οὗτος φ. δοῦλός ἐστιν ib. 1254a15;φ. γὰρ οὐδεὶς δοῦλος ἐγενήθη ποτέ Philem.95.2
; opp. νόμῳ (by convention), Philol.9, Archelaus ap.D.L.2.16, Pl.Grg. 482e, cf. Prt. 337d, etc.;τὰ μὲν τῶν νόμων ὁμολογηθέντα, οὐ φύντ' ἐστίν, τὰ δὲ τῆς φύσεως φύντα, οὐχ ὁμολογηθέντα Antipho Soph.44
Ai 32 (Vorsokr.5);ἅπας ὁ τῶν ἀνθρώπων βίος φύσει καὶ νόμοις διοικεῖται D.25.15
;τοὺς τῆς φ. οὐκ ἔστι λανθάνειν νόμους Men.Mon. 492
;οὐ σοφίᾳ, ἀλλὰ φύσει τινί Pl. Ap. 22c
;φ. μὴ πεφυκότα τοιαῦτα φωνεῖν S.Ph.79
, cf. Pl.Phlb. 14c, etc.;φύσει πάντα πάντες ὁμοίως πεφύκαμεν καὶ βάρβαροι καὶ Ἕλληνες εἶναι Antipho Soph.44
Bii 10 (Vorsokr.5); φύσιν ἔχει c. inf., it is natural, κῶς φύσιν ἔχει πολλὰς μυριάδας φονεῦσαι (sc. τὸν Ἡρακλέα); Hdt.2.45, cf. Pl.R. 473a; οὐκ ἔχει φύσιν it is contrary to nature, ib. 489b; ;τὸ τόλμημα φύσιν οὐκ ἔχει Polem.Call.36
.IV in Philosophy:1 nature as an originating power,φ. λέγεται.. ὅθεν ἡ κίνησις ἡ πρώτη ἐν ἑκάστῳ τῶν φύσει ὄντων Arist.Metaph. 1014b16
;ὁ δὲ θεὸς καὶ ἡ φ. οὐδὲν μάτην ποιοῦσιν Id.Cael. 271a33
; ἡ δὲ φ. οὐδὲν ἀλόγως οὐδὲ μάτην ποιεῖ ib. 291b13;ἡ μὲν τέχνη ἀρχὴ ἐν ἄλλῳ, ἡ δὲ φ. ἀρχὴ ἐν αὐτῷ Id.Metaph. 1070a8
, cf. Mete. 381b5, etc.;φ. κρύπτεσθαι φιλεῖ Heraclit.123
;ἡ γοητεία τῆς φ. Plot.4.4.44
; φ. κοινή, the principle of growth in the universe, Cleanth.Stoic.1.126; as Stoic t.t., the inner fire which causes preservation and growth in plants and animals, defined as πῦρ τεχνικὸν ὁδῷ βαδίζον εἰς γένεσιν, Stoic.1.44, cf. 35, al., S.E.M.9.81; Nature, personified,χάρις τῇ μακαρίᾳ Φ. Epicur.Fr. 469
;Φ. καὶ Εἱμαρμένη καὶ Ἀνάγκη Phld. Piet.12
;ἡ κατωφερὴς Φ. Corp.Herm.1.14
.2 elementary substance,κινδυνεύει ὁ λέγων ταῦτα πῦρ καὶ ὕδωρ καὶ γῆν καὶ ἀέρα πρῶτα ἡγεῖσθαι τῶν πάντων εἶναι καὶ τὴν φ. ὀνομάζειν αὐτὰ ταῦτα Pl.Lg. 891c
, cf. Arist.Fr.52 (defined asτὴν πρώτην οὐσίαν.. ὑποβεβλημένην ἅπασι τοῖς γεννητοῖς καὶ φθαρτοῖς σώμασι Gal.15.3
);τῶν φύσει ὄντων τὰ στοιχεῖά φασιν εἶναι φύσιν Arist.Metaph. 1014b33
: pl., Epicur.Ep. 1p.6U., al.;ἄτομοι φ.
atoms,Democr.
ap. Diog.Oen.5, Epicur.Ep. 1p.7U.;ἄφθαρτοι φ. Phld.Piet.83
.3 concrete, the creation, 'Nature',ἀθανάτου.. φύσεως κόσμον ἀγήρων E.Fr. 910
(anap.);περὶ φύσεώς τε καὶ τῶν μετεώρων ἀστρονομικὰ ἄττα διερωτᾶν Pl.Prt. 315c
; περὶ φύσεως, title of works by Xenophanes, Heraclitus, Gorgias, Epicurus, etc.;[σοφία] ἣν δὴ καλοῦσι περὶ φύσεως ἱστορίαν Pl.Phd. 96a
;περὶ φ. ἀφοριζόμενοι διεχώριζον ζῴων τε βίον δένδρων τε φύσιν λαχάνων τε γένη Epicr.11.13
(anap.); so later,ἡ φ. τὸ ὑπὸ ψυχῆς τῆς πάσης ταχθέν Plot.2.2.1
;τὰ στοιχεῖα τῆς φ. Corp.Herm.1.8
; αἱ δύο φ., i.e. heaven and earth, light and darkness, etc., PMag.Leid.W.6.42.4 Pythag. name for two, Theol.Ar.12.V as a concrete term, creature, freq. in collect. sense, θνητὴ φ. mankind, S.Fr. 590 (anap.), cf. OT 869 (lyr.); πόντου εἰναλία φ. the creatures of the sea, Id.Ant. 345 (lyr.);ὃ πᾶσα φ. διώκειν πέφυκε Pl.R. 359c
, cf. Plt. 272c; ἡ τῶν θηλειῶν φ. woman- kind (opp. τὸ ἄρρεν φῦλον) X.Lac.3.4: also in pl., S.OT 674, Pl.R. 588c, Plt. 306e, X.Oec.13.9; in contemptuous sense, αἱ τοιαῦται φ. such creatures as these, Isoc.4.113, cf. 20.11, Aeschin.1.191.b of plants or material substances,φ. εὐώδεις καρποφοροῦσαι D.S.2.49
;ὑγράν τινα φ. καπνὸν ἀποδιδοῦσαν Corp.Herm. 1.4
.VI kind, sort, species,ταύτην.. ἔχειν βιοτῆς.. φύσιν S.Ph. 165
(anap.);ἐκλέγονται ἐκ τούτων χρημάτων μίαν φ. τὴν τῶν λευκῶν Pl.R. 429d
; φ. [ἀλωπεκίδων] species, X.Cyn.3.1; natural group or class of plants, Thphr.HP6.1.1 (pl.).VII sex, θῆλυς φῦσα (prob. for οὖσα)κοὐκ ἀνδρὸς φύσιν S.Tr. 1062
, cf. OC 445, Th.2.45, Pl.Lg. 770d, 944d: hence, -
10 φύσις
φύσις, ἡ, 1) die Natur; zunächst – a) die natürliche, angeborne Beschaffenheit, die Naturanlage, das Wesen einer Person od. Sache; bei Hom. nur Od. 10, 303, φαρμάκου φύσις; φύσιν προςφέρομεν ἀϑανάτοις Pind. N. 6, 5, dem νόος entgegengesetzt, also das Aeußere; μορφῆς δ' οὐχ ὁμόστολος φύσις Aesch. Suppl. 491; χρωτὸς εὐειδῆ φύσιν Eur. Alc. 172; Αἰγύπτου Her. 2, 5. – Bes. die Anlagen des Geistes, Talent, Genie, οἵτινές τε δεξιοὶ φύσιν εὐωνύμους τε Aesch. Prom. 487; ἀκμαῖοι φύσιν Pers. 433; ἔξοιδα καὶ φύσει σε μὴ πεφυκότα τοιαῦτα φωνεῖν Soph. Phil. 79 (vgl. Baton bei Ath. IV, 163 c τί τἀργύριον, ἄνϑρωπε, τιμιώτερον σαυτοῦ τέϑεικας ἢ πέφυκε τῇ φύσει, seiner Natur nach); τὴν αὑτοῦ φύσιν ὅταν λιπών τις δρᾷ τὰ μὴ προςεικότα 890, u. öfter; auch γυνὴ δὲ ϑῆλυς οὖσα κοὐκ ἀνδρὸς φύσιν, Trach. 1051, nicht von der Natur eines Mannes, wo man ἔχουσα ergänzt; οὐδὲ συμφορᾶς ὕπο φύσιν διέφϑειρε Eur. Hec. 598; τῷ γενναίῳ φύσιν I. A. 448; auch im plur., τὰς γυναικείους φύσεις Andr. 957; διάφοροι φύσεις βροτῶν I. A. 558, wie Xen. Mem. 4, 1,2; φύσεως ἀποστῆναι χαλεπόν Ar. Vesp. 1457; öfters bei Plat. u. Folgdn; vgl. Valck. diatr. 76 b. – b) die Naturordnung, Einrichtung der Natur; φύσει, von Natur, nach einem Naturtriebe, οὐ φύσει οὐδ' ἀπὸ τοῦ αὐτομάτου, ἀλλὰ διδακτόν Plat. Prot. 323 c; φύσει, οὐ νόμῳ 337 c, wie Gorg. 482 e u. öfter; ἢ φύσει ἢ τέχνῃ Rep. II, 381 a; κατὰ φύσιν, nach der Natur, nach natürlichen Gesetzen, Plat. oft; auch κατὰ φύσιν πεφυκέναι, Her. 2, 38; ὁ κατὰ φύσιν πατήρ, natürlicher od. leiblicher Vater, Pol. 15, 20; παρὰ φύσιν, wider die Naturordnung, naturwidrig, Eur. Phoen. 398; Plat. Phil. 32 a; κῶς φύσιν ἔχει πολλὰς μυριάδας φονεῠσαι τὸν Ἡρακλέα; wie ist es natürlich od. natürlicher Weise denkbar, daß er viele Tausende getödtet hat? Her. 2, 45; so τοῠτο φύσιν οὐκ ἔχει, das ist gegen die Natur, Plat. Rep. VI, 489 b, u. öfter; οὔτ' εὔλογον, οὔτ' ἔχον ἐστὶ φύσιν Dem. 2, 26; φύσιν ἔχει γενέσϑαι, es liegt in der Natur, daß es so geschieht, es pflegt nach dem Gange der Natur so zu geschehen, Pol. 2, 21, 3, u. öfter; vgl. Schäf. zu D. Hal. de C. V. p. 144 ff. u. πέφυκε unter φύω. – 2) die Natur als die zeugende, schafsende Kraft, dah. Zeugung, Erschaffung, Entstehung, Sp. – 3) das Erzeugte, ein Geschöpf, das Geschlecht, die Nachkommenschaft, Soph. El. 325 Ant. 346 u. Folgde; ϑηλεῖα φ., die Weiber, Xen. Lac. 3, 4; auch von leblosen Gegenständen, D. Sic. 13, 12.
-
11 Ηρακλης
- έους, ион. Ἡρᾰκλέης - ῆος ( реже ᾱ) ὅ Геракл, «прославившийся благодаря Гере» (неутомимо преследовавшей его от колыбели до мучительного самосожжения на горе Эта; первоначальное имя его было Ἀλκείδης или Ἀλκαῖος «богатырь», и лишь оракул, приказавший ему поступить на службу к Эврисфею, назвал его впервые Ἡ. - лат. Hercules; сын Зевса и Алкмены, главный герой греческой мифологии; по требованию мужа Алкмены Амфитриона, убоявшегося его необычайной силы, отправляется пасти стада; в награду за освобождение Фив от дани Орхомену получает в жены дочь фиванского царя Креонта, Мегару, в припадке безумия убивает жену и детей, во искупление чего поступает на тяжелую службу к царю Тиринфа или Микен, Эврисфею, по требованию которого выполняет «двенадцать подвигов»: 1. освобождение страны от Немейского льва; 2. уничтожение Лернейской гидры; 3. поимка Эриманфского вепря; 4. поимка златорогой Керинейской лани; 5. истребление чудовищных птиц озера Стимфала; 6. поражение царицы амазонок Гипполиты; 7. очистка конюшен царя эпеев Авгия; 8. поимка Критского быка; 9. угон кобылиц царя бистонов Диомеда; 10. захват быков трехтелого Гериона; 11. похищение трёх золотых яблок Гесперид; 12. привод подземного трехглавого пса Кербера; выполняя эти основные подвиги, он совершает и ряд второстепенных - так наз. Πάρεργα: поражение Кентавров, спасение дочери Лаомедонта Гесионы, убийство разбойника Кака, удушение Антея и проч.; женившись на дочери царя Энея в Этолии, Деианире, он направляется с ней в Тиранф; погибает он мучительной смертью, добровольно сжигая себя на костре, чтобы избавиться от страданий, которые невольно причинила ему Деианира, послав ему одежду, пропитанную отравленной кровью кентавра Несса; после смерти он был взят на Олимп, где сама Гера примирилась с ним, выдав за него свою дочь Гебу; на земле его чтили преимущественно как охранителя дорог и защитника путников - Ἡ. ἡγεμών, как покровителя гимнических искусств - ἐναγώνιος, παλαίμων; его эпитеты у Hom.: θρασυμέμνων «мужественный», θυμολέων «обладающий львиной отвагой», κρατερόφρων «неустрашимый» и θεῖος «божественный»; именем его клялась как именем бога) -
12 Γαδειρίς
1 of Gadeira, Cadiz test., Strabo, 3. 5. 5, of the straits of Gibraltar, ἃς Πίνδαρος καλεῖ πύλας Γαδειρίδας, εἰς ταύτας ὑστάτας ἀφῖχθαι φάσκων τὸν Ἡρακλέα fr. 256. -
13 μιν
μῐν = αὐτόν, αὐτήν, αὐτό. (“Die im Papyrus über μιν stehende Variante νιν zeigt, daß die Orthographie dieser Form bei Pindar schon früh umstritten war,” Radt on Pae. 6.115 “Le plus sage est de suivre les manuscrits,” Des Pl., 24: νιν pro μιν passim scrips. Mommsen, Bergk, Schr., al.: * = v. l. νιν.)a = αὐτόν. εἰ δέ μιν ἔχων τις οἶδεν τὸ μέλλον (i. e. πλοῦτον) *O. 2.56 μιν ἔντὐ ἀνάγκα. Herakles O. 3.28 ἐπεί μιν αἰνέω Psaumis *O. 4.14 κατεφάμιξεν καλεῖσθαί μιν Iamos *O. 6.56 μετάλλασέν τέ μιν Iamos *O. 6.62 μιν λύραι μολπαί τε γινώσκοντι Hieron *O. 6.96 θῆκέ μιν ζαλωτὸν ( γαμβρόν) *O. 7.6καί ῥά μιν χώρας ἀκλάρωτον λίπον, ἁγνὸν θεόν O. 7.59
ἀλλά μιν οὐκ εἴασεν Zeus *O. 7.61 ἤρειδεν δέ μιν Herakles O. 9.32 μὴ καθέλοι μιν αἰὼν Lokros *O. 9.60 ἐκάλεσσέ μιν ἰσώνυμον ἔμμεν Opous *O. 9.63 μιν ἐν Ἄρει παραγορεῖτο μή ποτε ταξιοῦσθαι Patroklos *O. 9.76 [ μή μιν ( ὔμμιν coni. de Jongh) O. 11.17] καὶ Δαμαίῳ μιν (= χαλινόν) θύων ταῦρον ἀργάεντα πατρὶ δεῖξον *O. 13.69 πιθέσθαι κελήσατό μιν Bellerophon *O. 13.80 σὺν δ' ἀνάγκᾳ μιν φίλον ἔσανεν Hieron P. 1.51 οὐδέ μιν φόρμιγγες δέκονται Phalaris P. 1.97 ἁ δ' ἀποφλαυρίξαισά μιν Apollo *P. 3.12 κλέπτει τέ μιν Apollo P. 3.29 καί ῥά μιν φέρων Jason P. 3.45 ἰατῆρά τοι κέν μιν πίθον παρασχεῖν Cheiron P. 3.65 ἐσθὰς δ' ἀμφοτέρα μιν ἔχεν Jason P. 4.79 στεφάνοισί τέ μιν ποίας ἔρεπτον Jason P. 4.240 κείνων τέ μιν ὀάροις λύρᾳ τε κοινάσομαι Zeus N. 3.11 οὐδέ μίν ποτε φόβος ἀνδροδάμας ἔπαυσεν ἀκμὰν φρενῶν Telamon N. 3.39 πολλὰ γάρ μιν παντὶ θυμῷ παρφαμένα λιτάνευεν Peleus N. 5.31 ἔνθα μιν εὔφρονες ἶλαι σὺν καλάμοιο βοᾷ θεὸν δέκονται Poseidon N. 5.38 λέγοντι γὰρ Αἰακόν μιν ὑπὸ ματροδόκοις γοναῖς φυτεῦσαι Zeus N. 7.84 ἐγκιρνάτω τίς μιν ( κρατῆρα) N. 9.50 ἐν τελεταῖς δὶς Ἀθαναίων μιν ὀμφαὶ κώμασαν Theaios N. 10.34 καί μιν οὔπω τεθναότ' ἔκιχεν Kastor N. 10.74 [ ἀγαθοῖσί μιν αἰνεῖσθαι (Mingarelli: ἀγαθοῖς μὲν αἰνεῖσθαι codd.: ἀγαθοῖσιν ἐπαινεῖσθαι Schr.) N. 11.17] ἐθέλω ἢ Καστορείῳ ἢ Ἰολάοἰ ἐναρμόξαι μιν ὕμνῳ Herodotos I. 1.16εἴη μιν ἔρνεσι φράξαι χεῖρα I. 1.64
εἶδ' Ἀπόλλων μιν Xenokrates I. 2.18 ἁδεῖα δ' ἔνδον μιν ἔκνιξεν χάρις Herakles I. 6.50 ( ἷνας) ταί μιν ῥύοντό ποτε Achilles I. 8.52 γεραίρετέ μιν Nikokles I. 8.62 “ ἀλλά μιν ποταμῷ σχεδὸν μολόντα φύρσει” (“den Feind,” Radt) Pae. 2.73 ὤμοσε γὰρ θεός μή μιν εὔφρον' ἐς οἶκον μήτ ἐπὶ γῆρας ἱξέμεν βίου Neoptolemos *Pae. 6.115 ἀλλά μιν Κρόνου παῖ[δες] κεραυνῷ χθόν' ἀνοιξάμενοι ἔκρυψαν τὸ πάντων ἔργων ἱερώτ[ατον ( ναόν) *Πα... σὲ δ' ἐγὼ παρά μιν αἰνέω μέν, Γηρυόνα ( παρ' ἀμίν v. l. in codd. Aristidis; v. Σ ad loc., παρ' αὐτὸν τὸν Ἡρακλέα) fr. 81 ad Δ. 2. καί μ[ιν (ν[ιν Π̆{pc}) *fr. 169. 23. Σθενέλοιό μιν υἱὸς κέλευσεν Herakles fr. 169. 44.b= αὐτήν. φιλεῖ δέ μιν Παλλάς Semele *O. 2.26 μιν γέρας ἔσσεσθαι ( νᾶσον) *O. 7.67 ἔχει τέ μιν ( νᾶσον) O. 7.70 οὔ μιν ἄλυξεν ( βίαν) P. 8.16 ] δέ μιν ἐν πέλαγος ῥιφθεῖσαν Asteria *Πα. 7B. 46. καλέοντί μιν Ὀρτυγίαν ναῦται πάλαι Delos Πα. 7B. 48.c = αὐτό. οὔ μιν διώξω ( τὸ πόρσω) *O. 3.45d fragg.τὶν μὲν [πά]ρ μιν μ[ Pae. 10.18
οὐδέ μ[ιν (supp. Lobel) *fr. 51f. c. 5. -
14 πύλα
1 gateτοὶ μὲν οἰχθεισᾶν πυλᾶν ἐς θαλάμου μυχὸν εὐρὺν ἔβαν N. 1.41
of cities, ἄλλαι δὲ δὔ ἐν Κορίνθου πύλαις ἐγένοντ' ἔπειτα χάρμαι (at the Isthmian games) O. 9.86 ἐν Κάδμου πύλαις (at Thebes) P. 8.47 τρὶς μὲν ἐν πόντοιο πύλαισι λαχών (at Isthmian games) N. 10.27παρ' εὐτειχέσιν Κάδμου πύλαις I. 6.75
met., of song,χρὴ τοίνυν πύλας ὕμνων ἀναπιτνάμεν αὐταῖς O. 6.27
test., Strabo, 3. 5. 5, ἃς (= the straits of Gibraltar) Πίνδαρος καλεῖ πύλας Γαδειρίδας, εἰς ταύτας ὑστάτας ἀφῖχθαι φάσκων τὸν Ἡρακλέα fr. 256. -
15 οἴομαι
Aοἴομαι Od.10.193
,οἴοιτο 17.580
, 22.12), v. infr.:—the shortd. form [full] οἶμαι is the one chiefly used in Trag., οἴομαι only in A.Ch. 758, S.OC28 ; but οἴομαι is freq. in Ar. (Eq. 407, al.) ; Hdt. does not use either form ; in [dialect] Att. Prose codd. vary, but οἶμαι prevails, and was exclusively used in parenthesis (v. infr. IV): [tense] impf. , Ar.V. 791, etc. ; also 1 pers. , etc.: [tense] fut.οἰήσομαι Lys.30.8
, Pl.R. 397a, etc., laterοἰηθήσομαι Gal.Opt.Doctr.42
:—[dialect] Ep. [tense] aor. [full] ὠϊσάμην (v. infr.): [tense] aor.ὠΐσθην Od.4.453
, 16.475 ; part.ὀϊσθείς Il.9.453
; [dialect] Att. and [dialect] Ion. [tense] aor.ᾠήθην Hp.VM14
, Antipho 1.8, Th.4.130, Pl.Tht. 178c, etc. ; but rare in Com. and Trag., , οἰηθείς, -εῖσα, Antiph.194.2, E. IA 986 ; also [tense] aor. inf.οἰήσασθαι Arat.896
:—[voice] Act., [dialect] Ep. [tense] pres. [full] ὀΐω and [full] οἴω, but only in [ per.] 1sg. (v. infr.) ; [dialect] Lacon.οἰῶ Ar.Lys.81
, 156, 998, Epil. 3. [In the un[var] contr. forms, Hom. uses [pron. full] ῑ inὀΐομαι Il.5.644
,ὀΐεαι 1.561
, Od.10.380,ὀΐεται 17.586
,ὀϊόμεθ' 21.322
,22.165,ὀϊόμενος Il.15.728
, Od. 2.351, al. (οἰόμενος Call.Epigr.8.2
),ὠΐετο Od.10.248
,ὀΐσατο 1.323
,9.213,19.390,ὀϊσάμενος 15.443
(but the v.l. ὀϊσσατο, ὀϊσσάμενος in Hom. can be supported byὀϊσσάμενος A.R.2.1135
, cf. Epic.Alex.Adesp.2.41, Arat.1006, by ὑποίζεσθαι (: ὑπονοεῖν) Hsch., and byὠῐσάμην A.R. 1.291
, ὠΐσατο [pron. full] [ῐ] Mosch.2.8, etc.) ; [voice] Act. [tense] pres. ὀΐω has [pron. full] ῑ when it stands at the end of a line, also in Od.19.215 (in fourth foot), 18.259 (before caesura in third foot) ; but [pron. full] ῐ in Il.1.558, 13.153,23.467, etc. ; οἴω as disyll. is always at the end, exc. in 15.298, 21.533, 23.310.]:—forebode, presage, c. acc.,κῆρας ὀϊομένῳ Il.13.283
;γόον δ' ὠΐετο θυμός Od. 10.248
; expect,ἐελδομένοισι μάλ' ἡμῖν, οὐδ' ἔτ' ὀϊομένοισι 24.401
; suspect,ἤ τι ὀϊσάμενος, ἢ καὶ θεὸς ὣς ἐκέλευσεν 9.339
;ἦ τινά που δόλον ἄλλον ὀΐεαι 10.380
; fear,κατὰ θυμὸν ὀΐσατο, μή ἑ λαβοῦσα οὐλὴν ἀμφράσσαιτο 19.390
;τῷ ἑπόμην.., ὀϊόμενός περ, ἀνάγκῃ 14.298
: abs., αἰεὶ μὲν ὀΐεαι, οὐδέ σε λήθω thou art ever suspecting, Il.1.561 ; , cf. Od.15.443 : folld. by ὡς, καὐτὸς ὀΐεαι ὥς κεν ἐτύχθη you can guess how it would have happened, 3.255, cf. 17.586 : c. acc. et [tense] fut. inf.,ὀΐομαι ἄνδρα χολωσέμεν Il.1.78
; ἅ τιν' οὐ πείσεσθαι ὀΐω ib. 289, cf. 5.252, 284, al. ;τὸ καὶ τελέεσθαι ὀΐω 1.204
;ἀλλ' οὐ νῦν ἐρύεσθαι ὀΐομαι 20.195
: c. acc. et [tense] pres. inf., referring to present time,οὐδέ τι θυμῷ ὠΐσθη δόλον εἶναι Od.4.453
, cf. 10.232 ;ὀΐσατο γὰρ θεὸν εἶναι 1.323
; : c. acc. et [tense] aor. inf., referring to past time,τῇ δ' ὀΐω κατανεῦσαι 1.558
, cf. Od.3.27, al.: the subj. of the inf. must freq. be supplied from the context, διωκέμεναι γὰρ ὀΐω I fear [they] are pursuing me, 15.278, cf. 1.201, 12.212, Il.12.66,al.: c. inf. alone, when both Verbs have the same subject, as κιχήσεσθαι δέ δ' ὀΐω I think I shall catch you, 6.341 ; mean, intend, c. [tense] fut. inf., , cf. 170, Od.19.215 : c. [tense] pres. inf.,οὐ γὰρ ὀΐω ἀνδρῶν δυσμενέων ἑκὰς ἱστάμενος πολεμίζειν Il.13.262
.II impersonal, only Od.19.312, ἀλλά μοι ὧδ' ἀνὰ θυμὸν ὀΐεται there comes a boding into my heart.III think, suppose, believe, freq. in Hom., as Il.1.59,5.644, etc. ; ; οἶμαι γάρ νιν ἱκετεύσειν ( ἱκετεῦσαι codd.) E.IA 462 ; κτήσεσθαι (- σασθαι codd.) Lys.12.19 ; διαπράξεσθαι (- ξασθαι codd.) Id.13.53 ; ; opp. εἰδέναι, Pl.R. 506c4 ;οἴονται, ἴσασι δ' οὐδέν Arist.Rh. 1389b17
, cf.APo. 75a15 : folld. by ὅτι.., Plu.2.90b:—[voice] Pass., that he is the putative father, 784a (Tenos, iv B. C.).IV parenthetically, mostly in first person, ἐν πρώτοισιν, ὀΐω, κείσεται among the first, I ween, will he be lying, Il.8.536 ;ἔπειτά γ', ὀΐω, γνώσεαι Od.16.309
, cf. Il.13.153, Od.2.255, etc.: in Hom. only in act. form ὀΐω, exc.ὀΐομαι Od.22.140
, and perh. 14.363, cf. A.Ch. 758 ; in [dialect] Att. this parenthetic use is prob. confined to the shorter form οἶμαι, [tense] impf. ᾤμην ; rarely in other persons than the first, as οὐκ οἴει ἀναγκασθήσεται; Pl.R. 486c, cf. Tht. 147b ; πόσης οἴεσθε γέμει σωφροσύνης; Id.Smp. 216d.2 expressive of modesty or courtesy, to avoid over-great bluntness of assertion, Id.Grg. 483c, X.Cyr.1.3.11, etc.: even between a Prep. and its case, ;ἐν οἶμαι πολλοῖς D.20.3
; or between Art. and Subst.,οἱ γὰρ οἶμαι βέλτιστοι Id.54.38
.V answering a question, I think so, I should think so, Ar.Ach. 919, etc. ;νὴ τὸν Ἡρακλέα, οἶμαί γε Id.Th.27
;οἶμαι ἔγωγε Pl.Cri. 47d
, etc. ; οἴεσθαί γε χρή one must think so, it would seem so, Id.Prt. 325c, Cri. 53d, Phd. 68b, Grg. 522a.VI [dialect] Att. phrases:1 πῶς οἴει; you can't think how, to add force, like πῶς δοκεῖς ; .2 οἴομαι δεῖν I think it my duty, think fit, hence sts., intend, purpose, λέγειν οἴεται δεῖν ποιεῖν δεινούς his object is to train orators, Pl.Men. 95c, cf. 86b, Tht. 207e ; ; , cf. Pl.Prt. 316c, X.An.2.6.26, Mem.4.6.3,6 ; [ ὁ ἀκόλαστος] οἰόμενος δεῖν [ διώκει τὰ ἡδέα] intentionally, Arist.EN 1152a6, cf. 1136b8, Pl.Hipparch. 225b ; but οἴομαι δὲ δεῖν οὐδέν methinks there is no need, S.OC28 ; and in Pl.Alc.2.144d ἆρ' οὐκ ἀναγκαῖον.. οἰηθῆναι δεῖν.. ἡμᾶς εἰδέναι ἢ τῷ ὄντι εἰδέναι; must we not either think we know or really know? ( δεῖν being superfluous). -
16 ἀλέξιον
ἀλέξιον, τό,A = ἀλεξητήριον, Nic.Th. 702 (v.l. ἀλέξιμον, cf. Phot.), 805, Al.4. [full] ἀλεξίπονος, ον, warding off pain, S.(?)Eleg.7, Carm.Pop.47.10;σοφία Maced.Pae. 10
. [full] ἄλεξις, εως, ἡ, help, EM59.23.IIΚῷοι ἄλεξιν τὸν Ἡρακλέα νομίζουσιν Aristid.1.34J.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἀλέξιον
-
17 φύσις
φύσις, ἡ, (1) die Natur; (a) die natürliche, angeborne Beschaffenheit, die Naturanlage, das Wesen einer Person od. Sache; φύσιν προςφέρομεν ἀϑανάτοις, dem νόος entgegengesetzt, also das Äußere. Bes. die Anlagen des Geistes, Talent, Genie; γυνὴ δὲ ϑῆλυς οὖσα κοὐκ ἀνδρὸς φύσιν, nicht von der Natur eines Mannes; (b) die Naturordnung, Einrichtung der Natur; φύσει, von Natur, nach einem Naturtriebe; κατὰ φύσιν, nach der Natur, nach natürlichen Gesetzen; ὁ κατὰ φύσιν πατήρ, natürlicher od. leiblicher Vater; παρὰ φύσιν, wider die Naturordnung, naturwidrig; κῶς φύσιν ἔχει πολλὰς μυριάδας φονεῠσαι τὸν Ἡρακλέα; wie ist es natürlich od. natürlicher Weise denkbar, daß er viele Tausende getötet hat?; τοῠτο φύσιν οὐκ ἔχει, das ist gegen die Natur; φύσιν ἔχει γενέσϑαι, es liegt in der Natur, daß es so geschieht, es pflegt nach dem Gange der Natur so zu geschehen; (2) die Natur als die zeugende, schaffende Kraft, dah. Zeugung, Erschaffung, Entstehung; (3) das Erzeugte, ein Geschöpf, das Geschlecht, die Nachkommenschaft; ϑηλεῖα φ., die Weiber; auch von leblosen Gegenständen -
18 λόγος
λόγος, ου, ὁ (verbal noun of λέγω in the sense ‘pick’; Hom.+).① a communication whereby the mind finds expression, wordⓐ of utterance, chiefly oral.α. as expression, word (oratorical ability plus exceptional performance were distinguishing marks in Hellenic society, hence the frequent association of λ. and ἔργον ‘deed’; a sim. formulation as early as Il. 9, 443 μύθων τε ῥητῆρʼ ἔμεναι πρηκτῆρά τε ἔργων; Polystrat. p. 33 μὴ λόγῳ μόνον ἀλλʼ ἔργω; Just., A II, 4, 2 ἢ λόγῳ ἢ ἔργῳ and D. 35, 7 λόγον ἢ πρᾶξιν) δυνατὸς ἐν ἔργῳ κ. λόγῳ, i.e. an exceptional personage Lk 24:19; pl. of Moses Ac 7:22 (the contrast expressed w. a verb Choix 20, 6–8 ποιεῖ ἀγαθὸν ὄτι δύναται καὶ λόγῳ καὶ ἔργῳ of Apollordorus, a benefactor in Cyzicus, a flourishing city in Phrygia; sim. New Docs 7, 233, no. 10, 8f πολιτευόμενος … λόγῳ καὶ ἔργῳ; cp. IKourion 32, 8; without contrast Diod S 13, 101, 3 ἄνδρας λόγῳ δυνατούς; for sim. constructions using λέγω and πράσσω s. Danker, Benefactor 339–43). Cp. Ro 15:18; 2 Cor 10:11; Col 3:17; 2 Th 2:17; Hb 13:21 v.l.; 1J 3:18 (cp. Theognis 1, 87f Diehl3 μή μʼ ἔπεσιν μὲν στέργε κτλ.—For the contrast λόγῳ … ἀληθείᾳ cp. Diod S 13, 4, 1). In contrast to a sinful deed we also have the λόγος ἁμαρτίας sinful word Judaicon 172, 9. W. γνῶσις: ἐν παντὶ λόγῳ κ. πάσῃ γνώσει 1 Cor 1:5. ἰδιώτης τῷ λόγῳ, ἀλλʼ οὐ τῇ γνώσει 2 Cor 11:6. (Opp. δύναμις ‘revelation of power’) 1 Cor 4:19, 20. τὸ εὐαγγέλιον οὐκ ἐγενήθη ἐν λόγῳ μόνον, ἀλλὰ καὶ ἐν δυνάμει 1 Th 1:5 (cp. Ar. 13, 7 of mythical accounts οὐδέν εἰσιν εἰ μὴ μόνον λόγοι ‘they’re nothing but words’). W. ἐπιστολή: 2 Th 2:2, 15. W. ἀναστροφή: 1 Ti 4:12; 1 Pt 3:1b. Opp. ‘be silent’: IRo 2:1.—μόνον εἰπὲ λόγῳ just say the word Mt 8:8; cp. Lk 7:7 (Ath. 17, 1 ὡς λόγῳ εἰπεῖν; 29, 2; Phalaris, Ep. 121, 1 λόγῳ λέγειν; cp. schol. on Pla. 341a ἐν λόγῳ μόνον εἰπεῖν). οὐδεὶς ἐδύνατο ἀποκριθῆναι αὐτῷ λόγον no one was able to answer him a (single) word Mt 22:46; cp. 15:23 (cp. TestAbr A 16 p. 98, 11 [Stone p. 44] οὐκ ἀπεκρίθη αὐτῷ λόγον).— The (mighty) word (of one who performs miracles) ἐξέβαλεν τὰ πνεύματα λόγῳ Mt 8:16 (a rare use of λ. as ‘single utterance’, s. L-S-J-M s.v. VII).—διὰ λόγου by word of mouth (opp. ‘by letter’) Ac 15:27.—In the textually uncertain pass. Ac 20:24 the text as it stands in N., οὐδενὸς λόγου (v.l. λόγον) ποιοῦμαι τὴν ψυχὴν τιμίαν, may well mean: I do not consider my life worth a single word (cp. λόγου ἄξιον [ἄξιος 1a] and our ‘worth mention’; s. Conzelmann ad loc.).β. The expression may take on a variety of formulations or topical nuances: what you say Mt 5:37; statement (PGM 4, 334) Lk 20:20; question (Sext. Emp., Math. 8, 295; 9, 133; Diog. L. 2, 116) ἐρωτήσω ὑμᾶς λόγον I will ask you a question (cp. TestJob 36:5; GrBar 5:1; ApcSed 13:6; Jos., Ant. 12, 99) Mt 21:24; cp. Mk 11:29; Lk 20:3; prayer (PGM 1, 25; 4, 90; 179; 230 al.; 5, 180; 196 al.) Mt 26:44; Mk 14:39. ἡγούμενος τοῦ λ. principal speaker Ac 14:12. W. epexeget. gen. λ. παρακλήσεως 13:15. W. κήρυγμα our manner of presentation and our proclamation 1 Cor 2:4a (but s. comm.). (W. διδασκαλία) preaching 1 Ti 5:17; prophecy (Biogr. p. 364 [Pythia]) J 2:22; 18:32. Command (Aeschyl., Pers. 363) Lk 4:36; 2 Pt 3:5, 7; via a letter 2 Th 3:14. Report, story (X., An. 1, 4, 7; Diod S 3, 40, 9; 19, 110, 1 λ. διαδιδόναι=spread a report; Appian, Iber. 80 §346, Maced. 4 §1 [both=rumor]; Diod S 32, 15, 3 ἦλθεν ὁ λ. ἐπί τινα=the report came to someone; Arrian, Anab. 7, 22, 1 λόγος λέγεται τοιόσδε=a story is told like this, Ind. 9, 2; Diod S 3, 18, 3 λ.=story, account; Jos., Ant. 19, 132; Tat. 27, 2 τοῦ καθʼ Ἡρακλέα λόγου) Mt 28:15; Mk 1:45; Lk 5:15 (λ. περί τινος as X., An. 6, 6, 13; Jos., Ant. 19, 127) 7:17; J 21:23. ἠκούσθη ὁ λόγος εἰς τὰ ὦτα τ. ἐκκλησίας the report came to the ears of the assembly in Jerusalem Ac 11:22. λόγον ἔχειν σοφίας have the appearance of wisdom, pass for wisdom Col 2:23 (cp. Pla., Epinomis 987b ἔχει λόγον; Demosth., C. Lept. 462 [20, 18] λόγον τινʼ ἔχον; but mng. 2f is possible). Proverb (Pla., Phdr. 17, 240c, Symp. 18, 195b, Gorg. 54, 499c, Leg. 6, 5, 757a; Socrat., Ep. 22, 1) J 4:37 (Ps.-Callisth. 1, 13, 7 ἀληθῶς ἐν τούτῳ ὁ λ. foll. by a proverb). Proclamation, instruction, teaching, message Lk 4:32; 10:39; J 4:41; 17:20; Ac 2:41; 4:4; 10:44; 20:7; 1 Cor 1:17; 2:1. In Ac18:15 ζητήματα περὶ λόγου καὶ ὀνομάτων καὶ νόμου the sense appears to be someth. like this: controversial issues involving disputes about words and your way of life with λ. prob. referring to the presentation of controversial subjects, which in turn arouses heated ζητήματα debates. λόγος σοφίας proclamation of wisdom, speaking wisely 1 Cor 12:8a (Ps.-Phoc. 129 τῆς θεοπνεύστου σοφίης λ.); corresp. λ. γνώσεως vs. 8b. Cp. 14:9; 15:2; 2 Cor 1:18; 6:7; 10:10. λ. μαρτυρίας word of witness Rv 12:11. ὁ κατὰ τ. διδαχὴν πιστὸς λ. the message of faith, corresponding to the teaching Tit 1:9; the opp. 2 Ti 2:17. A speech (Aristot. p. 14b, 2; Diod S 40, 5a) διὰ λόγου πολλοῦ in a long speech Ac 15:32; cp. 20:2. λ. κολακείας flattering speech 1 Th 2:5. Speaking gener. 2 Cor 8:7; Eph 6:19; Col 4:6; D 2:5. ἐν λόγῳ πταίειν make a mistake in what one says Js 3:2.—Of God’s word, command, commission (LXX; ParJer 5:19 κατηχῆσαι αὐτοὺς τὸν λόγον; SyrBar 13:2; ApcSed 14:10; Just., D. 84, 2; Ael. Aristid. hears a ἱερὸς λ. at night fr. a god: 28, 116 K.=49, p. 529 D.; Sextus 24) ἠκυρώσατε τ. λόγον τοῦ θεοῦ Mt 15:6 (v.l. νόμον, ἐντολήν); cp. Mk 7:13.—J 5:38; 8:55; 10:35; Ro 3:4 (Ps 50:6). Of God’s promise Ro 9:6, 9 (but these two vss., and Gal 5:14 below, prob. fit better under 2a), 28 (Is 10:22f). Cp. Hb 2:2; 4:2 (s. ἀκοή 4b); 7:28; 12:19. For B 15:1 see 1aδ. The whole law (as the expr. εἴ τι ἑτέρα ἐντολή indicates not limited to a narrow list of commandments), acc. to Ro 13:9. In what is prob. a play on words (s. 2a and b), Gal 5:14 (s. 2a below) is summed up in the λόγος as expressed in Lev 19:18.—That which God has created ἁγιάζεται διὰ λόγου θεοῦ 1 Ti 4:5; in line w. the context, this hardly refers to God’s creative word (so SibOr 3, 20; PtK 2; πάντα γὰρ λόγῳ ποιήσας ὁ θεός Theoph. Ant. 2, 18 [144, 8]), but to table prayers which use biblical expressions. The divine word as judge of thoughts Hb 4:12. τελεσθήσονται οἱ λ. τοῦ θεοῦ Ac 17:17; cp. 19:9.—Of the divine revelation through Christ and his messengers (Just., A I, 61, 9 λόγον … παρὰ τῶν ἀποστόλων ἐμάθομεν τοῦτον) θεὸς ἐφανέρωσεν τὸν λ. αὐτοῦ ἐν κηρύγματι Tit 1:3. δέδωκα αὐτοῖς τὸν λ. σου J 17:14; cp. vss. 6, 17; 1J 1:10; 2:14. ἵνα μὴ ὁ λ. τοῦ θεοῦ βλασφημῆται Tit 2:5. The apostles and other preachers, w. ref. to the λόγος of God, are said to: λαλεῖν Ac 4:29, 31; 13:46; Phil 1:14; Hb 13:7; καταγγέλλειν Ac 13:5; 17:13; διδάσκειν 18:11; μαρτυρεῖν Rv 1:2. Of their hearers it is said: τὸν λ. τοῦ θεοῦ ἀκούειν Ac 13:7; δέχεσθαι 8:14; 11:1. Of the λ. τοῦ θεοῦ itself we read: ηὔξανεν Ac 6:7; 12:24; 19:20; οὐ δέδεται 2 Ti 2:9. In these places and many others ὁ λόγος τοῦ θεοῦ is simply the Christian message, the gospel: Lk 5:1; 8:11, 21; 11:28 (Simplicius in Epict. p. 1, 20 μὴ μόνον ἀκουόντων ἀλλὰ πασχόντων καὶ ὑπὸ τῶν λόγων=let the message have its effect on oneself); Ac 6:2 (s. καταλείπω 7c; for prob. commercial metaph. s. 2a below); 13:44 v.l. (for κυρίου); 16:32 v.l.; 1 Cor 14:36; 2 Cor 2:17; 4:2; Col 1:25; 1 Pt 1:23; Rv 1:9; 6:9; 20:4; IPhld 11:1. Cp. 1 Th 2:13ab; 1J 2:5.—Since this ‘divine word’ is brought to humanity through Christ, his word can be used in the same sense: ὁ λόγος μου J 5:24; cp. 8:31, 37, 43, 51f; 12:48; 14:23f; 15:3, 20b; Rv 3:8. ὁ λόγος τοῦ Χριστοῦ Col 3:16; cp. Hb 6:1. ὁ λ. τοῦ κυρίου Ac 8:25; 12:24 v.l.; 13:44, 48f; 14:25 v.l.; 15:35, 36; 16:32 (cp. λ. θεοῦ); 19:10; 1 Th 1:8; 2 Th 3:1. Pl. Mk 8:38 (Lk 9:26); 1 Ti 6:3; cp. Lk 24:44; s. also 1aδ.—Or it is called simply ὁ λόγος=the ‘Word’, for no misunderstanding would be possible among Christians: Mt 13:20–23; Mk 2:2; 4:14–20, 33; 8:32 (s. 1aε below); 16:20; Lk 1:2; 8:12f, 15; Ac 6:4; 8:4; 10:36 (on the syntax s. FNeirynck, ETL 60, ’84, 118–23); 11:19; 14:25 (cp. λ. κυρίου above); 16:6; 17:11; 18:5; Gal 6:6; Phil 1:14; Col 4:3; 1 Th 1:6; 2 Ti 4:2; Js 1:21ff; 1 Pt 2:8; 3:1; 1J 2:7; AcPl Ha 7, 6 (so also Mel., HE 4, 26, 13; Ath. 2, 3).—Somet. the ‘Word’ is more closely defined by a gen.: ὁ λ. τῆς βασιλείας the word of the reign/rule (of God) Mt 13:19. τῆς σωτηρίας Ac 13:26. τῆς καταλλαγῆς 2 Cor 5:19. τοῦ σταυροῦ 1 Cor 1:18. δικαιοσύνης (q.v. 3a) Hb 5:13. ζωῆς Phil 2:16. (τῆς) ἀληθείας (Theoph. Ant. 3, 4 [p. 212, 2]; cp. περὶ ἀληθείας Hippol., Ref. 10, 6, 1) Eph 1:13; Col 1:5; 2 Ti 2:15; Js 1:18; AcPl Ha 8, 8 (Just., D. 121, 2). τῆς χάριτος αὐτοῦ (=τοῦ κυρίου) Ac 14:3; 20:32. (Differently the pl. οἱ λόγοι τ. χάριτος gracious words Lk 4:22; cp. Marcellinus, Vi. Thu. 57 Hude λόγοι εἰρωνείας.) ὁ λ. τοῦ εὐαγγελίου Ac 15:7; ὁ τοῦ Χριστιανισμοῦ λ. MPol 10:1. In Rv 3:10 the gospel is described by the ‘One who has the key of David’ as ὁ λ. τῆς ὑπομονῆς μου my word of endurance (W-S. §30, 12c). λ. τῶν ὑ[πο]μονῶν AcPl Ha 6, 11. παρελάβετε τὸν λ. ὅτι AcPl Ha 8, 25.—The pastoral letters favor the expr. πιστὸς ὁ λόγος (sc. ἐστίν, and s. πιστός 1b) 1 Ti 1:15; 3:1; 4:9; 2 Ti 2:11; Tit 3:8; cp. Rv 21:5; 22:6. λ. ὑγιής sound preaching Tit 2:8; cp. the pl. ὑγιαίνοντες λόγοι 2 Ti 1:13 (on medicinal use of words for the mind or soul s. VLeinieks, The City of Dionysos ’96, 115–22, on Eur.).—The pl. is also used gener. of Christian teachings, the words of the gospel Lk 1:4 (s. κατηχέω 2a); 1 Th 4:18. οἱ λ. τῆς πίστεως 1 Ti 4:6. On λόγοι κυριακοί for λόγια κυριακά in the title of the Papias document s. ἐξήγησις 2.—JSchniewind, Die Begriffe Wort und Evangelium bei Pls, diss. Bonn 1910; RAsting (εὐαγγέλιον, end).γ. of an individual declaration or remark: assertion, declaration, speech ἀκούσαντες τὸν λ. when they heard the statement Mt 15:12; cp. 19:11, 22; 22:15; Mk 5:36. διὰ τοῦτον τὸν λ. because of this statement of yours 7:29 (TestAbr A 15 p. 95, 29 [Stone p. 38] τὸν λ. τοῦτον; ApcMos 25 εἰς τὸν λόγον σου κρινῶ σε). Cp. 10:22; 12:13; Lk 1:29; 22:61 v.l. (for ῥήματος); J 4:39, 50; 6:60; 7:36, 40 v.l.; 15:20a; 18:9; 19:8; Ac 6:5; 7:29; 20:38; 22:22; 1 Th 4:15. ὸ̔ς ἐὰν εἴπῃ λόγον κατὰ τοῦ υἱοῦ τοῦ ἀνθρώπου whoever utters a (defamatory) word against the Son of Humanity Mt 12:32 (λ. εἰπεῖν κατά τινος as Jos., Ant. 15, 81); cp. Lk 12:10. λόγος σαπρός unwholesome talk Eph 4:29. λόγον ποιεῖσθαι make a speech Ac 11:2 D (cp. Hyperid. 3, 20; Jos., Ant. 11, 86).δ. the pl. (οἱ) λόγοι is used, on the one hand, of words uttered on various occasions, of speeches or instruction given here and there by humans or transcendent beings (TestAbr A 14 p. 94, 19 [Stone p. 36]; Jos., Ant. 4, 264; Just., D. 100, 3) ἐκ τῶν λόγων σου δικαιωθήσῃ (καταδικασθήσῃ) Mt 12:37ab; 24:35; Mk 13:31; Lk 21:33; Ac 2:40; 7:22 (ἐν λόγοις καὶ ἔργοις αὐτοῦ. On the word-deed pair cp. Dio Chrys. 4, 6 the λόγοι and ἔργα of Diogenes; s. α above). οἱ δέκα λόγοι the ten commandments (Ex 34:28; Dt 10:4; Philo, Rer. Div. Her. 168, Decal. 32; Jos., Ant. 3, 138; cp. 91f; Did., Gen. 36, 10) B 15:1. Ac 15:24; 20:35; 1 Cor 2:4b, 13; 14:19ab; κενοὶ λ. Eph 5:6; AcPl Ox 6, 13 (cp. Aa 1, 241, 14); Dg 8:2; πλαστοὶ λ. 2 Pt 2:3. λ. πονηροί 3J 10.—Also of words and exprs. that form a unity, whether it be connected discourse (Jos., Ant. 15, 126; Just., A II, 12, 6, D. 11, 5; 81, 3 al.), a conversation, or parts of one and the same teaching, or expositions on the same subject (Diod S 16, 2, 3 μετέσχε τῶν Πυθαγορίων λόγων; Dio Chrys. 37 [54], 1; Ael. Aristid. 50, 55 K.=26 p. 519 D.: οἱ Πλάτωνος λόγοι; PsSol 17:43 [words of the Messiah]; AscIs 3:12 οἱ λόγοι τοῦ Βελχειρά) πᾶς ὅστις ἀκούει μου τοὺς λόγους τούτους Mt 7:24; cp. vss. 26, 28; 10:14; 19:1; 26:1; Mk 10:24; Lk 1:20; 6:47; 9:28, 44. ἐπηρώτα αὐτὸν ἐν λόγοις ἱκανοῖς he questioned him at some length 23:9. τίνες οἱ λ. οὗτοι οὓς ἀντιβάλλετε; what is this conversation that you are holding? 24:17; J 7:40 (s. γ); 10:19; J 14:24a; 19:13; Ac 2:22; 5:5, 24; 16:36; 2 Ti 4:15; 1 Cl 13:1; 46:7. λόγοις φθοριμαίοις AcPlCor 1:2.ε. the subject under discussion, matter, thing gener. (Theognis 1055 Diehl; Hdt. 8, 65 μηδενὶ ἄλλῳ τὸν λόγον τοῦτον εἴπῃς. Cp. Hebr. דָּבָר) τὸν λ. ἐκράτησαν they took up the subject Mk 9:10; cp. Mt. 21:24 (s. 1aβ beg.). οὐκ ἔστιν σοι μερὶς ἐν τῷ λόγῳ τούτῳ you have no share in this matter Ac 8:21. ἰδεῖν περὶ τ. λόγου τούτου look into this matter 15:6. ἔχειν πρός τινα λόγον have a complaint against someone (cp. Demosth. 35, 55 ἐμοὶ πρὸς τούτους ὁ λόγος; PIand 16, 3 δίκαιον λόγον ἔχει πρὸς σέ) 19:38. παρεκτὸς λόγου πορνείας Mt 5:32; 19:9 v.l. (2d is also prob.).—Perh. also Mk 8:32 he discussed the subject quite freely (but s. 1aβ above).ⓑ of literary or oratorical productions: of the separate books of a work (Hdt. 5, 36 ἐν τῷ πρώτῳ τ. λόγων; Pla., Parmen. 2, 127d ὁ πρῶτος λόγος; Philo, Omn. Prob. Lib. 1 ὁ μὲν πρότερος λόγος ἦν ἡμῖν, ὦ Θεόδοτε, περὶ τοῦ …) treatise Ac 1:1 (s. on the prologue to Ac: AHilgenfeld, ZWT 41, 1898, 619ff; AGercke, Her 29, 1894, 373ff; RLaqueur, Her 46, 1911, 161ff; Norden, Agn. Th. 311ff; JCreed, JTS 35, ’34, 176–82; Goodsp., Probs. 119–21). Παπίας … πέντε λόγους κυριακῶν λογίων ἔγραψεν Papias (11:1; cp. 3:1 e; 11:2; 12:2).—περὶ οὗ πολὺς ἡμῖν ὁ λόγος about this we have much to say Hb 5:11. Hb is described as ὁ λ. τῆς παρακλήσεως a word of exhortation (in literary form) 13:22. Of writings that are part of Holy Scripture ὁ λ. Ἠσαί̈ου J 12:38. ὁ λ. ὁ ἐν τῷ νόμῳ γεγραμμένος 15:25; ὁ προφητικὸς λ. 2 Pt 1:19; 2 Cl 11:2 (quot. of unknown orig.); AcPl Ha 8, 27/BMM recto 35 (Just., D. 77, 2 al.). ὁ ἅγιος λ. the holy word 1 Cl 56:3. ὁ λ. ὁ γεγραμμένος 1 Cor 15:54 (Is 25:8 and Hos 13:14 follow). Pl. οἱ λόγοι τ. προφητῶν Ac 15:15. ὡς γέγραπται ἐν βίβλῳ λόγων Ἠσαί̈ου Lk 3:4 (Pla., 7th Epistle 335a πείθεσθαι ἀεὶ χρὴ τοῖς παλαιοῖς καὶ ἱεροῖς λόγοις; TestJob 1:1 βίβλος λόγων Ἰώβ; ParJer 9:32 v.l. τὰ λοιπὰ τῶν λόγων Ἱερεμίου; ApcEsdr 1:1 καὶ ἀποκάλυψις τοῦ … Ἐσδράμ; ApcSed prol.; Just., D. 72, 3f).—Of the content of Rv: ὁ ἀναγινώσκων τ. λόγους τῆς προφητείας 1:3. οἱ λόγοι (τ. προφητείας) τ. βιβλίου τούτου 22:7, 9f, 18f.② computation, reckoningⓐ a formal accounting, esp. of one’s actions, and freq. with fig. extension of commercial terminology account, accounts, reckoning λόγον δοῦναι (Hdt. 8, 100; X., Cyr. 1, 4, 3; Diod S 3, 46, 4; SIG 1099, 16; BGU 164, 21; Jos., Ant. 16, 120; Just., D. 115, 6) give account, make an accounting ἕκαστος περὶ ἑαυτοῦ λόγον δώσει τ. θεῷ Ro 14:12. Also λ. ἀποδοῦναι abs. (Just., D. 116, 1 al.; Diod S 16, 56, 4; 19, 9, 4) Hb 13:17. τινί to someone (Diod S 16, 27, 4; Plut., Alcib. 7, 3; Chariton 7, 6, 2; SIG 631, 13 τᾷ πόλει; 2 Ch 34:28; Da 6:3 Theod.; Jos., Bell. 1, 209) τῷ ἑτοίμως ἔχοντι κρῖναι 1 Pt 4:5. τινὸς of someth. (SIG 1044, 46; 1105, 10 τοῦ ἀναλώματος; Jos., Ant. 19, 307) Lk 16:2 (here λ. w. the art.; on the subject of undergoing an audit cp. Aeschin. 3, 22). Likew. περί τινος (Diod S 18, 60, 2 δοὺς αὑτῷ περὶ τούτων λόγον=taking account [considering] with himself; BGU 98, 25 περὶ τούτου) Mt 12:36; Ac 19:40. ὑπέρ τινος concerning someone Hv 3, 9, 10.—αἰτεῖν τινα λόγον περί τινος call someone to account for someth. 1 Pt 3:15 (cp. Pla., Pol. 285e; Dio Chrys. 20 [37], 30; Apc4Esdr Fgm. b ἕκαστος ὑπὸ τοῦ οἰκείου ἔργου τὸν λόγον ἀπαιτηθήσεται; Just., A I, 17, 4. For another perspective s. d below.).—Of banking responsibility ὁ λόγος τοῦ θεοῦ (PStras 72, 10 [III A.D.] ὁ τῶν θεῶν λ.; PHerm 108 [III A.D.] λ. τοῦ Σαραπείου) in wordplay Ac 6:2 (w. τράπεζα q.v. 1c); s. also 1aβ.—Of a ledger heading (POxy 1333 [II/III A.D.] δὸς αὐτῳ λόγῳ θεωρικῶν=credit him under ‘festivals’; for others s. Preisig., Wörterbuch s.v. λ. 14; s. also Fachwörter 119) Ro 9:6 (the point is that God’s ‘list’ of Israelites is accurate; on ἐκπίπτω in the sense ‘is not deficient’ s. s.v. 4); vs. 9 (the ‘count’ is subsumed by metonymy in divine promise); Gal 5:14 (all moral obligations come under one ‘entry’: ‘you shall love your neighbor as yourself’; for commercial association of ἀναλίσκω vs. 15, which rounds out the wordplay, s. s.v.). The contexts of these three passages suggest strong probability for commercial associations; for another view s. 1aβ.ⓑ settlement (of an account) (εἰς λόγον commercial t.t. ‘in settlement of an account’ POxy 275, 19; 21) εἰς λόγον δόσεως κ. λήμψεως in settlement of a mutual account (lit., ‘of giving and receiving’, ‘of debit and credit’) Phil 4:15 (cp. Plut., Mor. 11b λόγον δοῦναι καὶ λαβεῖν; a parallel formulation POxy 1134,10 [421 A.D.] λ. λήμματος καὶ ἐξοδιασμοῦ=ledger of income and expenditures); for the linked accounting terms δόσις and λήμψις s. PCairMasp 151, 208 [VI A.D.]. The same ideas are in the background of εἰς λόγον ὑμῶν credited to your account vs 17.—συναίρειν λόγον settle accounts (BGU 775, 18f. The mid. in the same mng. PFay109, 6 [I A.D.]; POxy 113, 27f.—Dssm., LO 94 [LAE 118f]) μετά τινος Mt 18:23; 25:19.ⓒ reflection, respect, regard εἰς λόγον τινός with regard to, for the sake of (Thu. 3, 46, 4; Demosth. 19, 142 εἰς ἀρετῆς λόγον; Polyb. 11, 28, 8; Ath. 31, 1; Ael. Aristid. 39 p. 743 D.: εἰς δεινότητος λ.) εἰς λ. τιμῆς IPhld 11:2. εἰς λ. θεοῦ ISm 10:1.ⓓ reason for or cause of someth., reason, ground, motive (Just., D. 94, 3 δότε μοι λόγον, ὅτου χάριν … ; Ath. 30, 3 τὶς γὰρ … λόγος; Dio Chrys. 64 [14], 18 ἐκ τούτου τ. λόγου; Appian, Hann. 29 §126 τῷ αὐτῷ λόγῳ; Iambl., Vi. Pyth. 28, 155) τίνι λόγω; for what reason? Ac 10:29 (cp. Pla., Gorg. 512c τίνι δικαίῳ λ.; Appian, Mithrid. 57 §232 τίνι λόγῳ;). λόγον περὶ τῆς ἐν ὑμῖν ἐλπίδος 1 Pt 3:15 (but s. a above); κατὰ λόγον Ac 18:14 (s. κατά B 5bβ). παρεκτὸς λόγου πορνείας Mt 5:32; 19:9 v.l. (though 1aε is also poss.).ⓔ πρὸς ὸ̔ν ἡμῖν ὁ λόγος (ἐστίν) with whom we have to do (i.e. to reckon) (Dio Chrys. 31, 123; other exx. in FBleek, Hb II/1, 1836, 590ff), in his capacity as judge (Libanius, Legat. Ulixis [=Declamatio IV] 2 F. τοῖς δὲ ἀδίκως ἀποκτενοῦσι καὶ πρὸς θεοὺς καὶ πρὸς ἀνθρώπους ὁ λόγος γίγνεται) Hb 4:13. οὐ πρὸς σάρκα ὁ λόγος, ἀλλὰ πρὸς θεόν he has to do not with flesh, but with God IMg 3:2.ⓕ In Col 2:23 (s. 1aβ) λόγον μὲν ἔχοντα σοφίας may= make a case for wisdom (cp. λόγος ἡμῖν οὐδείς Plut., Mor. 870b).③ the independent personified expression of God, the Logos. Our lit. shows traces of a way of thinking that was widespread in contemporary syncretism, as well as in Jewish wisdom lit. and Philo, the most prominent feature of which is the concept of the Logos, the independent, personified ‘Word’ (of God): GJs 11:2 (word of the angel to Mary) συνλήμψῃ ἐκ Λόγου αὐτοῦ (sc. τοῦ πάντων Δεσπότου). J 1:1abc, 14 (cp. Just., A I, 23, 2; Mel., P. 9, 61 and oft. by all apolog., exc.. Ar.). It is the distinctive teaching of the Fourth Gospel that this divine ‘Word’ took on human form in a historical person, that is, in Jesus (s. RSeeberg, Festgabe für AvHarnack ’21, 263–81.—Λόγος w. ζωή in gnostic speculation: Iren.1, 1, 1 [Harv. 1, 10, 4]; Aelian, VH 4, 20 ἐκάλουν τὸν Πρωταγόραν Λόγον. Similarly Favorinus [II A.D.]: Vorsokr. 80 A 1 ln. 22 [in Diog. L. 9, 50] of Democritus: ἐκαλεῖτο Σοφία. Equating a divinity with an abstraction that she personifies: Artem. 5, 18 φρόνησις εἶναι νομίζεται ἡ θεός [Athena]). Cp. 1J 1:1; Rv 19:13. εἷς θεός ἐστιν, ὁ φανερώσας ἑαυτὸν διὰ Ἰ. Χριστοῦ τοῦ υἱοῦ αὐτοῦ, ὅς ἐστιν αὐτοῦ λόγος, ἀπὸ σιγῆς προελθών there is one God, who has revealed himself through Jesus Christ his Son, who is his ‘Word’ proceeding from silence (i.e., without an oral pronouncement: in a transcendent manner) IMg 8:2 (s. σιγή). The Lord as νόμος κ. λόγος PtK 1. Cp. Dg 11:2, 3, 7, 8; 12:9.—HClavier, TManson memorial vol., ’59, 81–93: the Alexandrian eternal λόγος is also implied in Hb 4:12; 13:7.—S. also the ‘Comma Johanneum’ (to the bibliography in RGG3 I, ’54 [HGreeven] add AJülicher, GGA 1905, 930–35; AvHarnack, SBBerlAk 1915, 572f [=Studien I ’31, 151f]; MMeinertz, Einl. in d. NT4 ’33, 309–11; AGreiff, TQ 114, ’33, 465–80; CDodd, The Joh. Epistles ’46; WThiele, ZNW 50, ’59, 61–73) ὁ πατήρ, ὁ λόγος καὶ τὸ ἅγιον πνεῦμα 1J 5:7 v.l. (s. N. app.; Borger, TRu 52, ’87, 57f). (Such interpolations were not unheard of. According to Diog. L. 1, 48 some people maintain that Solon inserted the verse mentioning the Athenians after Il. 2, 557.—τῆς τριάδος, τοῦ θεοῦ καὶ τοῦ λόγου αὐτοῦ καὶ τῆς σοφίας αὐτοῦ Theoph. Ant. 2, 15 [p. 138, 19].)—On the Logos: EZeller, D. Philosophie der Griechen III 24 1903, 417–34; MHeinze, D. Lehre v. Logos in d. griech. Philosophie 1872; PWendland, Philo u. d. kynisch-stoische Diatribe (Beiträge z. Gesch. der griech. Philosophie u. Religion by Wendl. and OKern 1895, 1–75); AAall, Gesch. d. Logosidee 1896, 1899; MPohlenz, D. Stoa ’48f, I 482; 490 (index); LDürr, D. Wertung des göttl. Wortes im AT u. im ant. Orient ’38 (§9 of the Joh. Logos); EBréhier, Les idées philosophiques et religieuses de Philon d’Alexandrie 1907, 83–111; (2 ’25); JLebreton, Les théories du Logos au début de l’ère chrétienne 1907; ESchwartz, NGG 1908, 537–56; GVos, The Range of the Logos-Title in the Prologue of the Fourth Gospel: PTR 11, 1913, 365–419; 557–602; RHarris, The Origin of the Prologue to St. John’s Gospel 1917, Athena, Sophia and the Logos: BJRL 7, 1, 1922 p. 56–72; M-JLagrange, Vers le Logos de S. Jean: RB 32, 1923, 161–84, Le Logos de Philon: ibid. 321–71; HLeisegang, Logos: Pauly-W. XIII 1926, 1035–81; TGlasson, Heraclitus’ Alleged Logos Doctr., JTS 3, ’52, 231–38.—NWeinstein, Z. Genesis d. Agada 1901, 29–90; Billerb. II 302–33.—Rtzst., Zwei religionsgeschichtl. Fragen 1901, 47–132, Mysterienrel.3 1927, 428 index; WBousset, Kyrios Christos2 1921, 304ff; 316f; JKroll, D. Lehren d. Hermes Trismegistos1914, 418 index.—RBultmann, D. religionsgesch. Hintergrund des Prol. z. Joh.: HGunkel Festschr., 1923, II 1–26, Comm. ’41, 5ff; AAlexander, The Johannine Doctrine of the Logos: ET 36, 1925, 394–99; 467–72; (Rtzst. and) HSchaeder, Studien z. antiken Synkretismus 1926, 306–37; 350; GAvdBerghvanEysinga, In den beginne was de Logos: NThT 23, ’34, 105–23; JDillersberger, Das Wort von Logos ’35; RBury, The 4th Gosp. and the Logos-Doctrine ’40; EMay, CBQ 8, ’46, 438–47; GKnight, From Moses to Paul ’49, 120–29. TW IV 76–89; 126–40 (on this s. SLyonnet, Biblica 26, ’45, 126–31); CStange, ZST 21, ’50, 120–41; MBoismard, Le Prologue de St. Jean ’53; HLangkammer, BZ 9, ’65, 91–94; HRinggren, Word and Wisdom [hypostatization in Near East] ’47; WEltester, Haenchen Festschr., ’64, 109–34; HWeiss, Untersuchungen zur Kosmologie etc., TU 97, ’66, 216–82; MRissi, Die Logoslieder im Prolog des vierten Evangeliums, TZ 31, ’75, 321–36; HLausberg, NAWG, Ph. ’87, 1 pp. 1–7.—B. 1262. DELG s.v. λέγω B 1. M-M. EDNT. TW. -
19 καί
καί particle,1 and, also, even A copulative.1 joining finite verbs,a with change of subject.ἦ θαύματα πολλά, καί πού τι καὶ ἐξαπατῶντι μῦθοι O. 1.28
, O. 3.21, O. 9.38, O. 10.41, O. 10.72, P. 1.5, P. 1.42, P. 3.35, P. 3.93, P. 3.94, P. 4.124, P. 4.164, P. 4.220, P. 4.247, P. 4.254, P. 4.257, P. 6.53, P. 9.40, P. 9.52, N. 5.18, N. 5.21, N. 6.53, N. 7.65, N. 10.10, N. 11.8, I. 3.17, I. 4.13, I. 4.34, I. 4.67, I. 5.48, I. 6.53, I. 8.47, fr. 51b. Pae. 2.53b with no change of subject.διεδάσαντο καὶ φάγον O. 1.51
, O. 5.8, O. 7.46, O. 10.49, O. 13.27, O. 13.69, O. 13.112, P. 3.15, P. 3.68, P. 4.254, P. 4.298, P. 9.12, P. 10.46, N. 1.64, N. 3.26, N. 3.38, N. 4.61, N. 5.39, N. 6.19, N. 6.49, N. 9.18, N. 10.22, N. 10.74, N. 10.80, I. 2.19, I. 5.63, I. 6.70, Πα. 2. 1, Εὔ]βοιαν ἕλον καὶ ἔνασσαν καὶ ἔκτισαν νάσους Πα.. 3. Πα. 8A. 13. Δ. 2. 30, fr. 169. 23, fr. 169. 47.c in subord. cl.,ὡς ἂν κτίσαιεν βωμὸν ἐναργέα καὶ ἰάναιεν O. 7.42
πρὶν μίχθη καὶ ἔνεικεν O. 9.59
κατέφρασεν ὁπᾷ ἔθυε καὶ ὅπως ἄρα ἔστασεν O. 10.57
ὃς ἂν ἐγκύρσῃ καὶ ἕλῃ P. 1.100
θεός, ὃ καὶ κίχε καὶ παραμείβεται καὶ ἔκαμψε P. 2.50
εἰ δὲ σώφρων ἄντρον ἔναἰ ἔτι Χίρων, καί τί οἱ φίλτρον ἐν θυμῷ μελιγάρυες ὕμνοι ἁμέτεροι τίθεν P. 3.63
P. 9.46—9.ὃς ἂν ἕλῃ καὶ ἴδῃ P. 10.25
, N. 3.34ὄφρα προσμένοι καὶ πάξαιθ N. 3.61
αἰδέομαι μέγα εἰπεῖν πῶς δὴ λίπον εὐκλέα νᾶσον, καὶ τίς ἄνδρας ἀλκίμους δαίμων ἀπ' Οἰνώνας ἔλασεν N. 5.15
Pae. 6.50 irregularly coordinated;φάνη Ζηνὸς ἀμφὶ πανάγυριν Λυκαίου καὶ ὁπότ' Πελλάνᾳ φέρε O. 9.97
εὐθύ-γλωσσος ἀνὴρ προφέρει παρὰ τυραννίδι χὠπόταν ὁ λάβρος στρατός, χὤταν πόλιν οἱ σοφοὶ τηρέωντι P. 2.87
—8.νᾶσον ὡς ἤδη λιπὼν κτίσσειεν εὐάρματον πόλιν καὶ τὸ Μηδείας ἔπος ἀγκομίσαι P. 4.9
πύκταν τέ νιν καὶ παγκρατίῳ φθέγξαι ἑλεῖν N. 5.52
d introducing question.ἐπεὶ ψάμμος ἀριθμὸν περιπέφευγεν, καὶ κεῖνος ὅσα χάρματ' ἄλλοις ἔθηκεν, τίς ἂν φράσαι δύναιτο O. 2.99
“ καὶ τίς ἀνθρώπων σε ἐξανῆκεν γαστρός;” P. 4.982 joining grammatically similar words.a two nouns.Παλλὰς καὶ Ζεὺς O. 2.27
ὅρμοισι τῶν χέρας ἀναπλέκοντι καὶ στεφάνους O. 2.74
κρίσιν καὶ πενταετηρίδ O. 3.21
Ἀρκαδίας ἀπὸ δειρᾶν καὶ πολυγνάμπτων μυχῶν O. 3.27
χεῖρες δὲ καὶ ἦτορ O. 4.25
ἀρετᾶν καὶ στεφάνων O. 5.1
Ἄκρων' ἐκάρυξε καὶ τὰν νέοικον ἕδραν O. 5.8
Οἰνομάου καὶ Πέλοπος O. 5.9
Ποσειδᾶν' καὶ τοξοφόρον σκοπόν O. 6.59
παρ' Ἀλφειῷ καὶ παρὰ Κασταλίᾳ O. 7.17
Οὐρανὸς καὶ Γαῖα μάτηρ O. 7.38
ἀρετὰν καὶ χάρματ O. 7.44
τά τ' ἐν Ἀρκαδίᾳ ἔργα καὶ Θήβαις O. 7.84
κῶμον καὶ στεφαναφορίαν O. 8.10
ἓ καὶ υἱὸν O. 9.14
κορᾶν καὶ φερτάτων Κρονιδᾶν O. 9.56
τόλμα δὲ καὶ ἀμφιλαφὴς δύναμις O. 9.82
σὺ καὶ θυγάτηρ O. 10.3
Καλλιόπα καὶ χάλκεος Ἄρης O. 10.15
βροντὰν καὶ πυρπάλαμον βέλος O. 10.80
ἀρχὰ λόγων καὶ πιστὸν ὅρκιον O. 11.6
Ὀλυμπίᾳ στεφανωσάμενος καὶ δὶς ἐκ Πυθῶνος Ἰσθμοῖ τε O. 12.18
κασίγνηταί τε Δίκα καὶ ὁμότροφος Εἰρήνα O. 13.7
Σίσυφον καὶ τὰν Μήδειαν O. 13.53
ναὶ καὶ προπόλοις O. 13.54
παρ' ὅρκον καὶ παρὰ ἐλπίδα O. 13.83
αἰδῶ δίδοι καὶ τύχαν O. 13.115
Ἀπόλλωνος καὶ Μοισᾶν P. 1.1
κορυφαῖς καὶ πέδῳ P. 1.28
ὄλβον καὶ κτεάνων δόσιν P. 1.46
ἀστοῖς καὶ βασιλεῦσιν P. 1.68
κύριε πολλᾶν μὲν εὐστεφάνων ἀγυιᾶν καὶ στρατοῦ P. 2.58
ἐν ὄρει καὶ ἐν ἑπταπύλοις Θήβαις P. 3.90
Νέστορα καὶΛύκιον Σαρπηδόν P. 3.112
ἀπὸ δ' αὐτὸν ἐγὼ Μοίσαισι δώσω καὶ τὸ πάγχρυσον νάκος κριοῦ P. 4.68
“Ἰφιμεδείας παῖδας, ὦτον καὶ σέ” P. 4.89 “ πὰρ Χαρικλοῦς καὶ Φιλύρας” P. 4.103 “ λαγέτᾳ Αἰόλῳ καὶ παισὶ” P. 4.108Ἄδματος καὶ Μέλαμπος P. 4.126
ὀρνίχεσσι καὶ κλάροισι P. 4.190
ἀγέλα ταύρων ὑπᾶρχεν καὶ νεόκτιστον θέναρ P. 4.206
ἄροτρον καὶ βόας P. 4.225
Κυράνα καὶ τὸ κλεεννότατον μέγαρον Βάττου P. 4.280
πεδίον καὶ πατρωίαν πόλιν P. 5.53
ἄνδρεσσι καὶ γυναιξὶ P. 5.64
νικαφόροις ἐν ἀέθλοις καὶ θοαῖς ἐν μάχαις P. 8.26
γείτων καὶ κτεάνων φύλαξ ἐμῶν P. 8.58
λαμπρὸν φέγγος καὶ μείλιχος αἰών P. 8.97
“ θυμὸν γυναικὸς καὶ μεγάλαν δύνασιν” P. 9.30 “ τέλος οἶσθα καὶ πάσας κελεύθους” P. 9.45 “ ἐν θαλάσσᾳ καὶ ποταμοῖς” P. 9.47 ὥραισι καὶ Γαίᾳ” P. 9.60 “ νέκταρ καὶ ἀμβροσίαν” P. 9.63 “ Ζῆνα καὶ ἁγνὸν Ἀπόλλων' Ἀγρέα καὶ Νόμιον” P. 9.64—5.οἱ καὶ Ζηνὶ P. 9.84
νιν καὶ Ἰφικλέα P. 9.88
δίκον φύλλ' ἔπι καὶ στεφάνους P. 9.124
πόνων δὲ καὶ μαχᾶν ἄτερ P. 10.42
χαλκοῦ θαμὰ καὶ δονάκων P. 12.25
οἱ φράζε καὶ παντὶ στρατῷ N. 1.61
Ἰάσον' καὶ ἔπειτεν Ἀσκλαπιόν N. 3.54
τάνδε νᾶσον καὶ σεμνὸν Θεάριον N. 3.69
δῶρα καὶ κράτος N. 4.68
ἐκ δὲ Κρόνου καὶ Ζηνὸς ἥρωας αἰχματὰς φυτευθέντας καὶ ἀπὸ χρυσεᾶν Νηρηίδων N. 5.7
υἱοὶ καὶ βία Φώκου N. 5.12
ἀοιδαὶ καὶ λόγοι N. 6.30
αὐχένα καὶ σθένος (v. Dornseiff, Stil, 26) N. 7.73χειρὶ καὶ βουλαῖς N. 8.8
Δείνιος δισσῶν σταδίων καὶ πατρὸς Μέγα Νεμεαῖον ἄγαλμα N. 8.16
ματέρι καὶ διδύμοις παίδεσσιν N. 9.4
φεῦγε γὰρ Ἀμφιαρῆ ποτε θρασυμήδεα καὶ δεινὰν στάσιν N. 9.13
χερσὶ καὶ ψυχᾷ N. 9.39
Κάστορος καὶ κασιγνήτου Πολυδεύκεος N. 10.50
Ἑρμᾷ καὶ σὺν Ἡρακλεῖ N. 10.53
Ζηνὸς ὑψίστου κασιγνήτα καὶ ὁμοθρόνου Ἥρας N. 11.2
λύρα καὶ ἀοιδά N. 11.7
πάλᾳ καὶμεγαυχεῖ παγκρατίῳ N. 11.21
ἐν Πυθῶνι καὶ Ὀλυμπίᾳ N. 11.23
παρὰ Κασταλίᾳ καὶ παρ' εὐδένδρῳ ὄχθῳ Κρόνου N. 11.25
πολιατᾶν καὶ ξένων I. 1.51
Ὀγχηστὸν καὶ γέφυραν I. 4.20
χρυσέων οἴκων ἄναξ καὶ γαμβρὸς Ἥρας I. 4.60
δαῖτα καὶ νεόδματα στεφανώματα βωμῶν I. 4.62
νᾶες ἐν πόντῳ καὶ λτ;ὑφγτ;ἅρμασιν ἵπποι I. 5.5
ἑσπόμενοι Ἡρακλῆι πρότερον καὶ σὺν Ἀτρείδαις I. 5.38
Ἕκτορα καὶ στράταρχον Μέμνονα I. 5.40
Αἴαντος Τελαμωνιάδα καὶ πατρός I. 6.27
Μερόπων ἔθνεα καὶ τὸν βουβόταν Ἀλκυονῆ I. 6.32
“χθόνα καὶ στρατὸν ἀθρόον Pae. 4.42
ἐμὰν ματέραλιπόντες καὶ ὅλον οἶκον Pae. 4.45
στεφάνων καὶ θαλιᾶν Pae. 6.14
νέφεσσι δ' ἐν χρυσέοις Ὀλύμποιο καὶ κορυφαῖσινἵζων Pae. 6.93
ναυπρύτανιν δαίμονα καὶ τὰν θεμίξενον ἀρετάν Pae. 6.131
Ἁφαίστου παλάμαις καὶ Ἀθά[νας] Pae. 8.66
Κάδμου στρατὸν καὶ Ζεάθου πόλιν (Π: ἂν pro καὶ coni. Wil. metr. gr.) Πα... φυγόντα νιν καὶ μέλαν ἕρκος ἅλμας[ Δ. 1. 1. ἐπ' Αἰολάδᾳ καὶ γένει (G-H: τε καὶ Π.) Παρθ. 1. 13. ὦ Πάν, Ἀρκαδίας μεδέων καὶ σεμνῶν ἀδύτων φύλαξ fr. 95. 2. θυμὸν καὶ φωνὰν fr. 124d. βασιλῆες ἀγαυοὶ καὶ ἄνδρες fr. 133. 4. ]ἀοιδ[ὰν κ]αὶ ἁρμονίαν fr. 140b. 2. θεῶν καὶ κατ' ἀνθρώπων ἀγυιάς fr. 194. 6. τιμαὶ καὶ στέφανοι fr. 221. 2. Ζηνὸς υἱοὶ καὶ κλυτοπώλου Ποσειδάωνος fr. 243.b two adjs.ξανθαῖσι καὶ παμπορφύροις ἀκτῖσι βεβρεγμένος O. 6.55
πολύβοσκον γαῖαν ἀνθρώποισι καὶ εὔφρονα μήλοις O. 7.63
ἀγαθοὶ δὲ καὶ σοφοὶ O. 9.28
ὡραῖος ἐὼν καὶ καλὸς O. 9.94
[ ἀκρόσοφον δὲ καὶ αἰχματὰν (v. l. τε καὶ) O. 11.19]κλυτὰν καὶ ὀνυμαστάν P. 1.38
πολυμήλου καὶ πολυκαρποτάτας χθονὸς P. 9.7
εὐδαίμων δὲ καὶ ὑμνητὸς P. 10.22
γέρας τό περ νῦν καὶ ἄρειον ὄπιθεν N. 7.101
ἄνιππός εἰμι καὶ βουνομίας ἀδαέστερος Pae. 4.27
esp., two numerals,πρώτοις καὶ τερτάτοις O. 8.46
ἑβδόμᾳ καὶ σὺν δεκάτᾳ γενεᾷ P. 4.10
τεσσαράκοντα καὶὀκτὼ παρθένοισι P. 9.113
τρεῖς καὶ δέκ' ἄνδρας fr. 135.c two participles.ἐξαρκέων κτεάτεσσι καὶ εὐλογίαν προστιθείς O. 5.24
ἀποπέμπων καὶ ἐποψόμενος O. 8.52
δεξάμενον καὶ δαίσαντα N. 1.71
θνατὰ μεμνάσθω περιστέλλων μέλη καὶ γᾶν ἐπιεσσόμενος N. 11.16
cf. O. 6.20d two infinitives. “ μοναρχεῖν καὶ βασιλευέμεν” P. 4.166 “ χέρα οἱ προσενεγκεῖν ἦρα καὶ ἐκ λεχέων κεῖραι μελιαδέα ποίαν;” P. 9.37.ἐπαινεῖσθαι χρεών, καὶ μελιζέμεν N. 11.18
κελαδῆσαι καὶ προσειπεῖν I. 1.55
e two pronouns. “ ἐμὲ καὶ σὲ” P. 4.141ὄλβος ἔμπαν τὰ καὶ τὰ νέμων P. 5.55
εὐδαιμονίαν τὰ καὶ τὰ φέρεσθαι P. 7.21
f two adverbs.πολὺ καὶ πολλᾷ O. 8.23
3 in enumeration.a A καὶ B καὶ C ( καί...)λτ;γτ;άνθον ἤπειγεν καὶ Ἀμαζόνας εὐίππους καὶ ἐς Ἴστρον ἐλαύνων O. 8.47
νόστον ἔχθιστον καὶ ἀτιμότεραν γλῶσσαν καὶ ἐπίκρυφον οἶμον O. 8.69
πατρὸς ἀρχὰν καὶ βαθὺν κλᾶρον ἔμμεν καὶ μέγαρον O. 13.62
γυναικεῖον στρατὸν καὶ Χίμαιραν καὶ Σολύμους ἔπεφνεν O. 13.90
Τροίαν κραταιὸς Τελαμὼν πόρθησε καὶ Μέροπας καὶ τὸν μέγαν Ἀλκυονῆ N. 4.25
—7.χαλκὸν ὅν τε Κλείτωρ καὶ Τεγέα καὶ Ἀχαιῶν ὑψίβατοι πόλιες καὶ Λύκαιον πὰρ Διὸς θῆκε δρόμῳ N. 10.47
—8.ἐξικέσθαν καὶ μέγα ἔργον ἐμήσαντ' ὠκέως καὶ πάθον N. 10.64
ἐπῇεν καὶ ἔστα καὶ μυχοὺς διζάσατο fr. 51a. 3. τὸ δ' οἴκοθεν ἄστυ κα[ὶ ] καὶ συγγένεἰ Πα.. 32. ὦ ταὶ λιπαραὶ καὶ ἰοστέφανοι καὶ ἀοίδιμοι Ἀθᾶναι fr. 76. 1. φοινικορόδοις δ' ἐνὶ λειμώνεσσι προάστιον αὐτῶν καὶ λιβάνῳ σκιαρὰν καὶ χρυσοκάρποισιν βέβριθε λτ;δενδρέοιςγτ; καὶ τοὶ μὲν Θρ.. 3. ἔνθα βουλαὶ γερόντων καὶ νέων ἀνδρῶν ἀριστεύοισιν αἰχμαί, καὶ χοροὶ καὶ Μοῖσα καὶ Ἀγλαία fr. 199.b A καὶ B C τε ( καί...)Λύκιε καὶ Δάλοἰ ἀνάσσων, Φοῖβε, Παρνασσοῦ τε κράναν Κασταλίαν φιλέων P. 1.39
καὶ σοφοὶ καὶ χερσὶ βιαταὶ περίγλωσσοί τ' ἔφυν P. 1.42
Ἰόλαον καὶ Κάστορος βίαν, σέ τε, ἄναξ Πολύδευκες P. 11.61
ἄνδρα δ' ἐγὼ μακαρίζω μὲν πατέῤ Ἀρκεσίλαν καὶ τὸ θαητὸν δέμας ἀτρεμίαν τε σύγγονον N. 11.12
τριπόδεσσιν ἐκόσμησαν δόμον καὶ λεβήτεσσιν φιάλαισί τε χρυσοῦ I. 1.18
πόλιν τάνδε κόμιζε Δὶ καὶ κρέοντι σὺν Αἰακῷ Πηλεῖ τε κἀγαθῷ Τελαμῶνι σύν τ' Ἀχιλλεῖ P. 8.99
—100.4 καί καί, both — andκαὶ ποτ' ἀστῶν καὶ ποτὶ ξείνων O. 7.90
καὶ ἀγάνορος ἵππου θᾶσσον καὶ ναὸς ὑποπτέρου O. 9.23
καὶ λογίοις καὶ ἀοιδοῖς P. 1.94
“ ἀλλὰ καὶ σκᾶπτον μόναρχον καὶ θρόνος” P. 4.152κόρον δ' ἔχει καὶ μέλι καὶ τὰ τέρπν ἄνθἐ Ἀφροδίσια N. 7.53
καὶ τὸν ἀκερσεκόμαν Φοῖβον χορεύων καὶ τὰν ἁλιερκέα Ἰσθμοῦ δειράδ I. 1.7
καὶ πάγκαρπον ἐπὶ χθόνα καὶ διὰ πόντον βέβακεν ἐργμάτων ἀκτὶς I. 1.41
μυρίαι δ' ἔργων καλῶν τέτμανθ κέλευθοι καὶ πέραν Νείλοιο παγᾶν καὶ δἰ Ὑπερβορέους I. 6.23
εἴη καὶ ἐρᾶν καὶ ἔρωτι χαρίζεσθαι κατὰ καιρόν fr. 127. 1. with irregular coordination,καὶ τὰν παρ' ὅρκον καὶ παρὰ ἐλπίδα κούφαν κτίσιν O. 13.83
καὶ τὸν Ἰσθμοῖ καὶ Νεμέᾳ στέφανον (sc. ἐκράτησε) N. 10.26 in comparison,πειρῶντι δὲ καὶ χρυσὸς ἐν βασάνῳ πρέπει καὶ νόος ὀρθός P. 10.67
5 with intensifying force.οὔτε δύσηρις ἐὼν οὔτ' ὦν φιλόνικος ἄγαν, καὶ μέγαν ὅρκον ὀμόσσαις, τοῦτό γέ οἱ μαρτυρήσω O. 6.20
τέκεν γόνον ὑπερφίαλον μόνα καὶ μόνον P. 2.43
“τοῦτον ἄεθλον ἑκὼν τέλεσον· καί τοι μοναρχεῖν καὶ βασιλευέμεν ὄμνυμι προήσειν” conditional parataxis P. 4.1656 v. E infra for exx. of καὶ irregularly placed. B copulative, combined with τε, where τε is superfluous.1Πίσας τε καὶ Φερενίκου χάρις O. 1.18
τρεῖς τε καὶ δέκ' ἄνδρας O. 1.79
ἐν δίκᾳ τε καὶ παρὰ δίκαν O. 2.16
εὐθυμιᾶν τε μέτα καὶ πόνων O. 2.34
πλοῦτόν τε καὶ χάριν ἄγων O. 2.10
τῶν τε καὶ τῶν καιρὸν O. 2.53
Πηλεύς τε καὶ Κάδμος O. 2.78
ἀνδρῶν τ' ἀρετᾶς πέρι καὶ διφρηλασίας O. 3.37
αὐτόν τέ νιν καὶ φαιδίμας ἵππους O. 6.14
Συρακοσσᾶν τε καὶ Ὀρτυγίας O. 6.93
Ζεύς τε καὶ ἀθάνατοι O. 7.55
μήλων τε κνισάεσσα πομπὰ καὶ κρίσις O. 7.80
αὐτούς τ' ἀέξοι καὶ πόλιν O. 8.88
μορφᾷ τε καὶ ἔργοισι O. 9.65
τά λτ;τεγτ; τερπνὰ καὶ τὰ γλυκέα (supp. Hermann, met. gr.: om. codd., Schr.) O. 14.5γᾶν τε καὶ πόντον κατ' ἀμαιμάκετον P. 1.14
κτεάτεσσί τε καὶ περὶ τιμᾷ P. 2.59
“ παῖδες ὑπερθύμων τε φωτῶν καὶ θεῶν” P. 4.13 “ Κρηθεῖ τε μάτηρ καὶ Σαλμωνεῖ” P. 4.142ἀνέρες ἔκ τε Πύλου καὶ ἀπ' ἄκρας Ταινάρου P. 4.174
θεός τέ οἱ τὸ νῦν τε πρόφρων τελεῖ δύνασιν καὶ τὸ λοιπὸν P. 5.117
βουλᾶν τε καὶ πολέμων P. 8.3
ἔρξαι τε καὶ παθεῖν ὁμῶς P. 8.6
λύρᾳ τε καὶ φθέγματι μαλθακῷ P. 8.31
πολλάν τε καὶ ἡσύχιον εἰρήναν P. 9.22
“ ἔν τε θεοῖς κἀνθρώποις” P. 9.40τόλμᾳ τε καὶ σθένει P. 10.24
εὐφροσύνα τε καὶ δόξ' ἐπιφλέγει P. 11.45
τῶν τε καὶ τῶν χρήσιες N. 1.30
εὖ τε παθεῖν καὶ ἀκοῦσαι N. 1.32
λῆμά τε καὶ δύναμιν N. 1.57
Ἄρτεμίς τε καὶ θρασεἶ Ἀθάνα N. 3.50
Κλεωναίου τ' ἀπ ἀγῶνος καὶ λιπαρῶν εὐωνύμων ἀπ Ἀθανᾶν N. 4.18
Οἰνώνᾳ τε καὶ Κύπρῳ N. 4.46
εὔανδρόν τε καὶ ναυσικλυτὰν N. 5.9
ἐπί τε χθόνα καὶ διὰ θαλάσσας N. 6.48
σέ τ' καὶ Πολυτιμίδαν N. 6.62
χειρῶν τε καὶ ἰσχύος ἁνίοχον N. 6.66
φίλιπποί τ' αὐτόθι καὶ κτεάνων ψυχὰς ἔχοντες κρέσσονας ἄνδρες N. 9.32
γνώτ' ἀείδω θεῷ τε καὶ ὅστις ἁμιλλᾶται N. 10.31
Χαρίτεσσί τε καὶ σὺν Τυνδαρίδαις N. 10.38
Κορίνθου τ' ἐν μυχοῖς, καὶ Κλεωναίων πρὸς ἀνδρῶν τετράκις (loc. susp.) N. 10.42θάνατόν τε φυγὼν καὶ γῆρας ἀπεχθόμενον N. 10.83
ῥεέθροισί τε Δίρκας ἔφανεν καὶ παρ' Εὐρώτᾳ πέλας I. 1.29
κτεάνων θ' ἅμα λειφθεὶς καὶ φίλων I. 2.11
τῶν τε γὰρ καὶ τῶν διδοῖ I. 4.51
γαίας τε πάσας καὶ βαθύκρημνον πολιᾶς ἁλὸς ἐξευρὼν θέναρ I. 4.55
Ζεὺς τά τε καὶ τὰ νέμει I.5. 52.δαπάνᾳ τε χαρεὶς καὶ πόνῳ I. 6.10
ἀγλαοὶ παῖδές τε καὶ μάτρως I. 6.62
Ὕλλου τε καὶ Αἰγιμιοῦ I. 9.2
ὁ δ' ἐθέλων τε καὶ δυνάμενος fr. 2. 1. γᾶν τε καὶ θάλασσαν fr. 51a. 2.γαῖαν ἀμπελόεσσάν τε καὶ εὔκαρπον Pae. 2.25
τὸ δ' εὐβουλίᾳ τε καὶ αἰδοῖ ἐγκείμενον Pae. 2.51
Χαρίτεσσίν τε καὶ Ἀφροδίτᾳ Pae. 6.4
ὁ πάντα τοι τά τε καὶ τὰ τεύχων Pae. 6.132
μαντευμάτων τε θεσπεσίων δοτῆρα καὶ τελεσσιε[πῆ] θεοῦ ἄδυτον Pae. 7.2
σέ τε καὶ ῥαδ[ Πα. 7. d. 2.τά τ' ἐόντα τε κα[ὶ ] πρόσθεν γεγενημένα Pae. 8.83
ἔθηκας ἀμάχανον ἰσχύν τ ἀνδράσι καὶ σοφίας ὁδόν (Blass: πτανὸν ἀνδράσι codd. Dion. Hal.)Πα... Ἐλείθυιά τε καὶ Λάχεσις Pae. 12.17
τ]ριπόδεσσί τε καὶ θυσίαις fr. 59. 11. πρὶν μὲν ἕρπε σχοινοτένειά τ' ἀοιδὰ διθυράμβων καὶ τὸ σὰν κίβδηλον Δ. 2. 2. βαθύζωνόν τε Λατὼ καὶ θοᾶν ἵππων ἐλάτειραν fr. 89a. 2. Πειθώ τ' ἔναιεν καὶ Χάρις fr. 123. 14. Ἀπόλλωνί τε καὶ[ fr. 140b. 10. ] ραί τε καὶ υ[ fr. 215. 9. τόλμα τέ μιν ζαμενὴς καὶ σύνεσις fr. 231. emphasised, both — and, ξένον μή τιν' ἀμφότερα καλῶν τε ἴδριν ἅμα καὶ δύναμιν κυριώτερον ( ἀλλὰ coni. Hermann) O. 1.104ἀμφότερον μάντιν τ' ἀγαθὸν καὶ δουρὶ μάρνασθαι O. 6.17
ἀμφότερον δαπάναις τε καὶ πόνοις I. 1.42
once joining finite verbs,ἔν τ' ἀέθλοισι θίγον πλείστων ἀγώνων, καὶ τριπόδεσσιν ἐκόσμησαν δόμον I. 1.19
—20. irregularly coordinated,ἄγοντι δέ με νῖκαι, ὦ Μεγάκλεες, ὑμαί τε καὶ προγόνων P. 7.18
συμβαλεῖν μὰν εὐμαρὲς ἦν τό τε Πεισάνδρου πάλαι αἶμ' ἀπὸ Σπάρτας καὶ παῤ Ἰσμηνοῦ ῥοᾶν κεκραμένον ἐκ Μελανίπποιο μάτρωος N. 11.33
—6.οἶά τε χερσὶν ἀκοντίζοντες αἰχμαῖς καὶ λιθίνοις ὁπότ' ἐν δίσκοις ἵεν I. 1.24
—5.ζώων τ' ἀπὸ καὶ θάνων I. 7.30
Κλεάνδρῳ τις ἀνεγειρέτω κῶμον, Ἰσθμιάδος τε νίκας ἄποινα, καὶ Νεμέᾳ ἀέθλων ὅτι κράτος ἐξεῦρε I. 8.4
[ἀνατεί τε] καὶ ἀπριάτας ἔλασεν (H. J. Mette: ἀναιρεῖται καὶ codd. Aristidis contra metr.) fr. 169. 8. explicative / appositional, ἐγγυάσομαι ὔμμιν, ὦ Μοῖσαι, φυγόξεινον στρατὸν μήδ' ἀπείρατον καλῶν ἀκρόσοφόν τε καὶ αἰχματὰν ἀφίξεσθαι ( δὲ καὶ v. l.) O. 11.19 Νόμος ὁ πάντων βασιλεὺς θνατῶν τε καὶ ἀθανάτων fr. 169. 2. cf. P. 9.452 in enumeration.a A τε καὶ B Cτε φόρμιγγά τε ποικιλόγαρυν καὶ βοὰν αὐλῶν ἐπέων τε θέσιν O. 3.8
“ μῆλά τε γάρ τοι ἐγὼ καὶ βοῶν ξανθὰς ἀγέλας ἀφίημ' ἀγρούς τε πάντας” P. 4.148ἐν Ὀλυμπίοισί τε καὶ βαθυκόλπου Γᾶς ἀέθλοις ἔν τε καὶ πᾶσιν ἐπιχωρίοις P. 9.101
—2.ἀλλά με Πυθώ τε καὶ τὸ Πελινναῖον ἀπύει Ἀλεύα τε παῖδες P. 10.4
ἀλαλὰν Λυκίων τε προσμένοι καὶ Φρυγῶν Δαρδάνων τε N. 3.60
—1.τό μοι θέμεν Κρονίδᾳ τε Δὶ καὶ Νεμέᾳ Τιμασάρχου τε πάλᾳ ὕμνου προκώμιον εἴη N. 4.9
Οὐλυμπίᾳ τε καὶ Ἰσθμοῖ Νεμέᾳ τε N. 4.75
κεῖνοι γάρ τ' ἄνοσοι καὶ ἀγήραοι πόνων τ ἄπειροι fr. 143.b A τε καὶ B καὶ C ( καὶ...) “ὅσσα τε χθὼν ἠρινὰ φύλλ' ἀναπέμπει, χὠπόσαι ψάμαθοι κλονέονται χὤ τι μέλλει, χὠπόθεν ἔσσεται, εὖ καθορᾷς” P. 9.45 ἐν ξυνῷ κεν εἴη συμπόταισιν τε γλυκερὸν καὶ Διωνύσοιο καρπῷ καὶ κυλίκεσσιν Ἀθαναίαισι κέντρον fr. 124. 3. ἄστρα τε καὶ ποταμοὶ καὶ κύματα πόντου fr. 136.c μέν τε καί, v.μέν τε O. 4.14
C emphatic, non-copulative, v. also D. 1. infra.1 καί means even.καὶ ἄπιστον ἐμήσατο πιστὸν ἔμμεναι O. 1.31
ἴδε καὶ κείναν χθόνα O. 3.31
[ θαμὰ καὶ ( θαμάκι v. l.) O. 4.27]ἠὺ δ' ἔχοντες σοφοὶ καὶ πολίταις ἔδοξαν ἔμμεν O. 5.16
ὄφρα ἵκωμαι πρὸς ἀνδρῶν καὶ γένος O. 6.25
αἱ δὲ φρενῶν ταραχαὶ παρέπλαγξαν καὶ σοφόν O. 7.31
τεθμὸς δέ τις ἀθανάτων καὶ τάνδ' ἁλιερκέα χώραν παντοδαποῖσιν ὑπέστασε ξένοις O. 8.25
τράπε δὲ Κύκνεια μάχα καὶ ὑπέρβιον Ἡρακλέα O. 10.15
δάμασε καὶ κείνους. (Boeckh: κἀκείνους codd.) O. 10.30 ἤτοι καὶ τεά κεν ἀκλεὴς τιμὰ κατεφυλλορόησεν ποδῶν O. 12. 13.ἤτοι καὶ ὁ καρτερὸς ὁρμαίνων ἕλε Βελλεροφόντας O. 13.84
σὺν δὲ κείνῳ καί ποτ' Ἀμαζονίδων βάλλων γυναικεῖον στρατὸν O. 13.87
σὺν δ' ἀνάγκᾳ μιν φίλον καί τις ἐὼν μεγαλάνωρ ἔσανεν P. 1.52
εἴ τι καὶ φλαῦρον παραιθύσσει P. 1.87
ἀλλὰ κέρδει καὶ σοφία δέδεται P. 3.54
ἔτραπεν καὶ κεῖνον (Boeckh: κἀκεῖνον codd.) P. 3.55ἐπὶ καὶ θανάτῳ P. 4.186
καὶ φθινόκαρπος ἐοῖσα διδοῖ ψᾶφον P. 4.265
ῥᾴδιον μὲν γὰρ πόλιν δεῖσαι καὶ ἀφαυροτέροις P. 4.272
αὔξεται καὶ Μοῖσα δἰ ἀγγελίας ὀρθᾶς P. 4.279
κεῖνόν γε καὶ βαρύκομποι λέοντες περὶ δείματι φύγον P. 5.57
κεῖνος αἰνεῖν καὶ τὸν ἐχθρὸν ἔννεπεν P. 9.95
ἔτι καὶ μᾶλλον P. 10.57
ἔμπα καἴπερ ἔχει βαθεῖα ποντιὰς ἅλμα μέσσον, ἀντίτειν' ἐπιβουλίᾳ (Christ: καίπερ codd.) N. 4.36κεῖνος καὶ Τελαμῶνος δάψεν υἱὸν N. 8.23
ἐπαοιδαῖς δ' ἀνὴρ νώδυνον καί τις κάματον θῆκεν where καί emphasizesκάματον N. 8.50
ἦν γε μὰν ἐπικώμιος ὕμνος δὴ πάλαι, καὶ πρὶν γενέσθαι τὰν Ἀδράστου τάν τε Καδμείων ἔριν N. 8.51
ἐν γὰρ δαιμονίοισι φόβοις φεύγοντι καὶ παῖδες θεῶν N. 9.27
καὶ θνατὸν οὕτως ἔθνος ἄγει μοῖρα N. 11.42
τὸ τεόν, χρύσασπι Θήβα, πρᾶγμα καὶ ἀσχολίας ὑπέρτερον θήσομαι I. 1.2
ἔστιν δ' ἀφάνεια τύχας καὶ μαρναμένων I. 4.31
ἰατὰ δ' ἐστὶ βροτοῖς σύν γ ἐλευθερίᾳ καὶ τά I. 8.15
ἐσλόν γε φῶτα καὶ φθίμενον ὕμνοις θεᾶν διδόμεν I. 8.60
ἤτοι καὶ ἐγὼ σκόπελον ναίων Pae. 4.21
εἰ καί τι Διωνύσου ἄρουρα φέρει, ἄνιππός εἰμι though Pae. 4.252 where καί means also.ἐν καὶ θαλάσσᾳ O. 2.28
Μοῖρ' θεόρτῳ σὺν ὄλβῳ ἐπί τι καὶ πῆμ ἄγει O. 2.37
ἐπὶ μὰν βαίνει τι καὶ λάθας ἀτέκμαρτα νέφος O. 7.45
Ἐρατιδᾶν τοι σὺν χαρίτεσσιν ἔχει θαλίας καὶ πόλις O. 7.94
ἐοικότα γὰρ καὶ τελευτᾷ φερτέρου νόστου τυχεῖν (v. l. ἐν καὶ: κἀν Mosch.) P. 1.35Μοῖσα, καὶ πὰρ Δεινομένει κελαδῆσαι πίθεό μοι P. 1.58
ποτὶ καὶ τὸν ἵκοντ P. 2.36
ὅθεν φαμὶ καὶ δὲ τὰν ἀπείρονα δόξαν εὑρεῖν P. 2.64
σοφοὶ δέ τοι κάλλιον φέροντι καὶ τὰν θεόσδοτον δύναμιν P. 5.13
ἔγεντο καὶ πρότερον Ἀντίλοχος P. 6.28
ἔν τε καὶ πᾶσιν ἐπιχωρίοις P. 9.102
ἔθηκε καὶ βαθυλείμων ἀγὼν κρατησίποδα Φρικίαν P. 10.15
ἕποιτο μοῖρα καὶ ὑστέραισιν ἐν ἁμέραις P. 10.17
ῥέζοντά τι καὶ παθεῖν ἔοικεν N. 4.32
σὺν δὲ τὶν καὶ παῖς ὁ Θεαρίωνος ἀρετᾷ κλιθεὶς εὔδοξος ἀείδεται N. 7.7
ἐχθρὰ δ' ἄρα πάρφασις ἦν καὶ πάλαι N. 8.32
“καὶ ἐμοὶ θάνατον σὺν τῷδ' ἐπίτειλον, ἄναξ” N. 10.77ὁ πονήσαις δὲ νόῳ καὶ προμάθειαν φέρει I. 1.40
ἦ μὰν πολλάκι καὶ τὸ σεσωπαμένον εὐθυμίαν μείζω φέρει I. 1.63
ἔτι καὶ Πυθῶθεν I. 1.65
κεῖνον ἅψαι πυρσὸν ὕμνων καὶ Μελίσσῳ I. 4.44
ἐν δ' ἐρατεινῷ μέλιτι καὶ τοιαίδε τιμαὶ καλλίνικον χάρμ ἀγαπάζοντι I. 5.54
πόρε, Λοξία, τεαῖσιν ἁμίλλαισιν εὐανθέα καὶ Πυθόι στέφανον I. 7.51
ἔδοξ' ἦρα καὶ ἀθανάτοις ἐσλόν γε φῶτα καὶ φθίμενον ὕμνοις θεᾶν διδόμεν sc. as well as to men I. 8.59ἐπεὶ περικτίονας ἐνίκασε δή ποτε καὶ κεῖνος I. 8.65
θεὸς ὁ πάντα τεύχων βροτοῖς καὶ χάριν ἀοιδᾷ φυτεύει fr. 141.3 emphatic, where neither of the two previous meanings seems applicable.a emphasizing subs., adj.καί πού τι καὶ βροτῶν φάτις O. 1.28
σέο ἕκατι καὶ μεγασθενῆ νόμισαν χρυσὸν ἄνθρωποι περιώσιον ἄλλων I. 5.2
φαντὶ γὰρ ξύν' ἀλέγειν καὶ γάμον Θέτιος ἄνακτας (others interpr. καὶ as copulative) I. 8.47ταῦτα καὶ μακάρων ἐμέμναντ' ἀγοραί I. 8.26
ἀπὸ καὶ πατρός Πα. 7C. 9. ὁ δὲ κηλεῖται χορευοίσαισι κα[ὶ θη]ρῶν ἀγέλαις (supp. Housman) Δ. 2. 22. esp. subs. prop.,ἦλθε καὶ Γανυμήδης O. 1.44
ἀνταγόρευσεν καὶ Πελίας P. 4.156
ἔγνον ποτὲ καὶ Ἰόλαον P. 9.79
λαὸν θαμὰ δὴ καὶ Ὀλυμπιάδων φύλλοις ἐλαιᾶν χρυσέοις μιχθέντα N. 1.17
αἰνέω καὶ Πυθέαν I. 5.59
κώμαζ' ἔπειτεν ἁδυμελεῖ σὺν ὕμνῳ καὶ Στρεψιάδᾳ I. 7.21
other exx. under c. α. infra.b preceding demonstrative.εἶπεν καὶ τόδε P. 4.86
καὶτόδε συνθέμενος ῥῆμα P. 4.277
ἐξύφαινε, γλυκεῖα, καὶ τόδ' αὐτίκα, φόρμιγξ, Λυδίᾳ σὺν ἁρμονίᾳ μέλος N. 4.44
I relative.Ἄργει δ' ὅσσα καὶ ἐν Θήβαις O. 13.107
θεός, ὃ καὶ πτερόεντ' αἰετὸν κίχε P. 2.50
οἶα καὶ πολλοὶ πάθον P. 3.20
οἵτε καὶ P. 3.89
ἔνθα καὶ P. 4.253
ὃ καὶ P. 5.63
[ τῷ καὶ (codd.: καὶ del. Pauw.) P. 5.69]ἀλλ' ἔσται χρόνος οὗτος, ὃ καί τιν ἀελπτίᾳ βαλὼν ἔμπαλιν γνώμας P. 12.31
ὅθεν περ καὶ Ὁμηρίδαι N. 2.1
ὃς καὶ Ἰαολκὸν εἷλε N. 3.34
τᾷ καὶ Δαναοὶ πόνησαν N. 7.36
οἷοι καὶ Διὸς Αἰγίνας τε λέκτρον ἀμφεπόλησαν N. 8.6
ὅσπερ καὶ Κινύραν ἔβρισε πλούτῳ N. 8.18
πατρίδι ἐν ᾇ καὶ τὸν ἀδείμαντον Ἀλκμήνα τέκεν παῖδα I. 1.12
ὅν τε καὶ κάρυκες ὡρᾶν ἀνέγνον I. 2.23
ἅ τε κἀν γουνοῖς Ἀθανᾶν ἅρμα καρύξαισα νικᾶν (Boeckh: κεἰν, κἠν codd.) I. 4.25τοὶ καὶ σὺν μάχαις δὶς πόλιν Τρώων πράθον I. 5.35
ὃ καὶ δαιμόνεσσι δίκας ἐπείραινε I. 8.23
ὃ καὶ Μύσιον ἀμπελόεν αἵμαξε πεδίον I. 8.49
ὃς καὶ τυπεὶς ἁγνῷ πελέκει τέκετο ξανθὰν Ἀθάναν fr. 34.II demonstrative.τὸ καὶ ἀνδρὶ πάρεστι Συρακοσίῳ O. 6.17
τὸ καὶ κατεφάμιξεν O. 6.56
τῶ καὶ ἐγὼ καίπερ ἀχνύμενος θυμόν I. 8.5
τὸ καὶ νῦν φέρει λόγον I. 8.61
cf. I. 8.26d with temporal adv.τότε καὶ φαυσίμβροτος δαίμων Ὑπεριονίδας O. 7.39
καὶ τότε γνοὺς P. 3.31
μετὰ καὶ νῦν P. 4.64
cf. I. 8.61καὶ νῦν N. 5.43
[ καὶ νῦν (v. l. καί νυν) N. 6.8] ἐνῆκεν καὶ ἔπειτ[ Παρθ. 2.. καὶ τότ' ἐγὼ fr. 168. 4. v. also νῦνe emphasizing prepositional phrases, cf. E infra.ὃς ἔχεις καὶ πεδὰ μέγαν κάματον λόγων φερτάτων μναμήἰ P. 5.47
“εἰ δὲ χρὴ καὶ πὰρ σοφὸν ἀντιφερίξαι, ἐρέω” P. 9.50πλεῖστα νικάσαντά δε καὶ τελεταῖς ὡρίαις ἐν Παλλάδος εἶδον P. 9.97
γλυκύ τι δαμωσόμεθα καὶ μετὰ πόνον I. 8.8
οἶαν Βρομίου [τελε]τὰν καὶ παρὰ σκᾶ[πτ]ον Διὸς Οὐρανίδαι ἐν μεγάροις ἵσταντι Δ. 2. 7.f with dependent infinitive phrase.γλυκεῖα δὲ φρὴν καὶ συμπόταισιν ὁμιλεῖν P. 6.53
πράσσει χρέος, αὖτις ἐγεῖραι καὶ παλαιὰν δόξαν ἑῶν προγόνων P. 9.105
ἐγὼ δ' ἀστοῖς ἁδὼν καὶ χθονὶ γυῖα καλύψαι (sc. εὔχομαι) N. 8.384 in comparisons.aὡς εἰ καί, ὥτε καί. φιάλαν ὡς εἴ τις δωρήσεται νεανίᾳ γαμβρῷ, καὶ ἐγὼ νέκταρ χυτόν ἀνδράσιν πέμπων ἱλάσκομαι O. 7.7
ἀλλ' ὥτε παῖς, καὶ ὅταν O. 10.91
bοὕτω καί. ἐν δ' ὀλίγῳ βροτῶν τὸ τερπνὸν αὔξεται· οὕτω δὲ καὶ πίτνει χαμαί P. 8.93
καὶ θνατὸν οὕτως ἔθνος ἄγει N. 11.42
cοἷος καί. ἤρατο τῶν ἀπεόντων· οἶα καὶ πολλοὶ πάθον P. 3.20
τῶν ἀρειόνων ἐρώτων. οἷοι καὶ Διὸς Αἰγίνας τε λέκτρον ποιμένες ἀμφεπόλησαν N. 8.6
d ἐπεὶ ψάμμος ἀριθμὸν περιπέφευγεν, καὶ κεῖνος ὅσα χάρματ' ἄλλοις ἔθηκεν, τίς ἂν φράσαι δύναιτο; O. 2.99ὅθεν περ καὶ Ὁμηρίδαι ῥαπτῶν ἐπέων τὰ πόλλ' ἀοιδοὶ ἄρχονται, καὶ ὅδ ἀνὴρ N. 2.3
, cf. P. 10.67 D in combination with other particles.1 δὲ καίa where καί means evenφύονται δὲ καὶ νέοις ἐν ἀνδράσιν πολιαί P. 4.25
κῆλα δὲ καὶ δαιμόνων θέλγει φρένας P. 1.12
βία δὲ καὶ μεγάλαυχον ἔσφαλεν ἐν χρόνῳ P. 8.15
θανόντων δὲ καὶ φίλοι προδόται (Bergk: λόγοι φίλοι codd.) fr. 160.b where καί means alsoἀγλαίζεται δὲ καὶ μουσικᾶς ἐν ἀώτῳ O. 1.14
δαέντι δὲ καὶ σοφία μείζων ἄδολος τελέθει O. 7.53
ἔστι δὲ καί τι θανόντεσσιν μέρος O. 8.77
οἱ δ' Ἀρκάδες, οἱ δὲ καὶ Πισᾶται O. 9.68
ἄλλαι δὲ δὔ χάρμαι, τὰ δὲ καὶ Νεμέας κατὰ κόλπον O. 9.87
τὰ δὲ καί ποτ' ἐν ἀλκᾷ O. 13.55
τέρας μὲν θαυμάσιον προσιδέσθαι, θαῦμα δὲ καὶ παρεόντων ἀκοῦσαι P. 1.26
μάκαρ δὲ καὶ νῦν P. 5.20
τὰ δὲ καὶ ἀνδράσιν ἐμπρέπει P. 8.28
χαίρων δὲ καὶ αὐτὸς Ἀλκμᾶνα στεφάνοισι βάλλω, ῥαίνω δὲ καὶ ὕμνῳ bis. P. 8.56—7.πολλοὶ ἀριστῆες, πολλοὶ δὲ καὶ ξείνων P. 9.
108.ἐλᾷ δὲ καὶ τέσσαρας ἀρετὰς ὁ θνατὸς αἰών N. 3.74
πρόφρων δὲ καὶ κείνοις ἄειδ' ἐν Παλίῳ Μοισᾶν ὁ κάλλιστος χορός N. 5.22
ἕπομαι δὲ καὶ αὐτὸς ἔχων μελέταν N. 6.54
μαστεύει δὲ καὶ τέρψις ἐν ὄμμασι θέσθαι πιστόν N. 8.43
ἔστι δὲ καὶ κόρος ἀνθρώπων N. 10.20
ἐκράτησε δὲ καί ποθ' Ἕλλανα στρατὸν Πυθῶνι N. 10.25
τρὶς μὲν τρὶς δὲ καὶ σεμνοῖς δαπέδοις ἐν Ἀδραστείῳ νόμῳ N. 10.28
ἐν Ἰσθμῷ Νεμέᾳ δὲ καὶ ἀμφοῖν I. 5.18
μέτρα μὲν γνώμᾳ διώκων μέτρα δὲ καὶ κατέχων I. 6.71
αἰνέων Μελέαγρον, αἰνέων δὲ καὶ Ἕκτορα Ἀμφιάρηόν τε I. 7.32
κλεινὸς Αἰακοῦ λόγος, κλεινὰ δὲ καὶ ναυσικλυτὸς Αἴγινα I. 9.1
διαγινώσκομαι μὲν γινώσκομαι δὲ καὶ μοῖσαν παρέχων ἅλις Pae. 4.23
μνάσει δὲ καί τινα Pae. 14.35
τέρπεται δὲ καί τις ἐπ' οἶδμ ἅλιον ναὶ θοᾷ διαστείβων fr. 221. 4. N. B. anaphora O. 9.68, P. 9.108, N. 10.28, I. 6.71, I. 7.32, I. 9.1c where καί is generally emphatic. τῶν νῦν δὲ καὶ Θρασύβουλος πατρῴαν μάλιστα πρὸς στάθμαν ἔβα (= αὖ, Gr. Part., 305 P. 6.44 ἔστι δὲ καὶ διδύμων ἀέθλων Μελίσσῳ μοῖρα and two are the victories that M. has I. 3.9 ἐν δ' ἄρα καὶ Τενέδῳ Πειθώ τ ἔναιεν ( précisement van Groningen) fr. 123. 13. σοφοὶ δὲ καὶ τὸ μηδὲν ἄγαν ἔπος αἴνησαν περισσῶς fr. 35b. where δὲ is separated fromκαί; εἰ δ' αὐτὸ καὶ θεὸς ἀνέχοι N. 7.89
2 combined with particles other particles than δέ. a. καί ῥα v. ῥα. b. καί νυν v. νυν. c. καὶ γάρ v. γάρ. d. καὶ μάν v. μά ν. e. καίτοι v. τοι f. καίπερ v. καίπερ [g. καί τε is not a genuine combination of particles, in spite of apparent exx. I. 2.19 coni., I. 2.23, I. 4.25—6, I. 7.32—3.] E position of καί: 1. the position of emphatic καὶ is sometimes between prep. and subs., cf. C. 3. e supra:ἐν καὶ θαλάσσᾳ O. 2.28
ἐπὶ καὶ θανάτῳ P. 4.186
ἐν Ὀλυμπίοισί τε καὶ βαθυκόλπου Γᾶς ἀέθλοις ἔν τε καὶ πᾶσιν ἐπιχωρίοις P. 9.102
ἀπὸ καὶ πατρός Πα. 7C. 9. cf. fr. 123. 13. This usage is irregularly applied to copulative καί:ἐν καὶ τελευτᾷ O. 7.26
θαητὸν ἐν ἅλιξι θησέμεν ἐν καὶ παλαιτέροις (Tricl.: ἔν τε, ἔν τε καὶ codd.) P. 10.58 πέσε δ (sc. κῦμ' Ἀίδα)ἀδόκητον ἐν καὶ δοκέοντα N. 7.31
ζώων τ' ἀπὸ καὶ θανών I. 7.30
2 irregular position of καί. dub. exx.a copulative. ὄνυχας ὀξυτάτους ἀκμὰν / καὶ δεινοτάτων σχάσαις ὀδόντων ( καί coni. Ahlwardt: τε codd.: ὀξ. σχ. καὶ δειν. coni. Wil.) N. 4.64 [ καὶ coni. Ahlwardt, τ codd. P. 10.69]b emphatic. δελφῖνι καὶ τάχος δἰ ἅλμας ἶσον κ' εἴποιμι Μελησίαν (Schr. e Σ: κεν codd.: κ add. Wil., om. codd: “nicht ein umgestelltes “und” sondern “auch” wie die Σ auch verstehen.” Wil.) N. 6.64 F in crasis.κἀσόφοις O. 3.45
κἀγοραὶ O. 12.5
χὠπόταν χὤταν P. 2.87
—8.κοὔ P. 4.151
τε κἀγαθῷ P. 8.100
κἀνθρώποις P. 9.40
χὠπόσαι χὤ τι χὠπόθεν P. 9.46
—8. καἴπερ (coni. Christ: καίπερ codd.) N. 4.36 κἀν (Boeckh: κεἰν, κἠν codd.) I. 4.25 εἰρήσεταί που κἀν βραχίστοις (Heyne: που κἐν, πα κ' ἐν codd.) I. 6.59 κεἴ fr. 4. κἀγχερριθ[ Πα. 22. i. 3. G fragg.καὶ θυόε[ντα Pae. 3.8
]καί ποτε[ Pae. 6.73
]σεκαι[ Πα. 7B. 2. ]καὶ χ[ Pae. 10.2
]καὶ χρυσο[ Pae. 10.10
καὶ τα[Πα. 13d. 8. ]τε καὶ ἁνίκα ναύλοχοι[ Pae. 18.9
]καί νιν ορει[ Πα. 22a. 1. ]αμα καὶ στρατιὰ[ Δ. 3. 11. ]τηρκαιε[ Δ. 4. d. 3. καὶ λιπαρῷ fr. 204. ] σκαιλυ[ fr. 215b. col. 2. 4. -
20 τίθημι
τίθημι (ΘΕ), 2. Pers. praes. bei Hom. immer τίϑησϑα, auch impf., Od. 9, 404, inf. τιϑήμεναι für τιϑέναι, Il. 23, 83. 247, τιϑέμεν Hes. O. 746; imperf. ἐτίϑην, τίϑεσαν, Od. 22, 456, in der Iterativform τίϑεσκον, und (von τιϑέω) ἐτίϑουν, ἐτίϑει u. τίϑει, Hom. u. Folgde im gew. Gebrauch, Pind. hat auch praes. τιϑεῖς, P. 8, 11, wie τιϑεῖ Minnerm. 1, 6. 3, 7; fut. ϑήσω, aor. ἔϑηκα u. ἔϑην, conj. ϑῶ, ϑέωμεν, Od. 24, 285, zweisylbig auszusprechen, auch ϑείω, Il. 16, 83. 437 Od. 1, 89, ϑείομεν für ϑείωμεν = ϑῶμεν, Il. 23, 244. 486 Od. 13, 364, sing. ϑήῃς, Il. 16, 96, in der Od. aber schreibt Wolf ϑείῃς, ϑείῃ, int. ϑέμεναι, selten ϑέμεν, wie Hes. O. 61. 67 u. öfter bei Pind.; perf. τέϑεικα; – med. τίϑεμαι, part. auch τιϑήμενος, Il. 10, 34, impf. ἐτιϑέμην, Hom. Il. u. Folgde; fut. ϑήσομαι, aor. I. ·ἐϑηκάμην, ϑήκατο, Il. 10, 31, Hes. Sc. 128, ϑηκάμενος Pind. P. 4, 29. 113; att. nur aor. II. ἐϑέμην, opt. ϑεῖτο, Od. 17, 225, imper. ϑέο, 10, 333, – pass. aor. ἐτέϑην, fut. τεϑήσομαι, perf τέϑειμαι, kommen bei Hom. noch nicht vor, – setzen, stellen, legen, zunächst – 1) im örtlichen Sinne, an einen bestimmten Ort hinsetzen, hinlegen, hinbringen, φύσας μέν ῥ' ἀπάνευϑε τίϑειπυρός, Il. 18, 412; πυρὸς ἐγγὺς εὐνήν, Od. 14, 518; ἅρματα δ' ἂμ βωμοῖσι τίϑει, Il. 8, 441, wie κλάδους βωμοὺς ἐπ' ἄλλους ϑές Aesch. Suppl. 478; u. so zu erklären οὐχ ἱκετηρίαν οὐδεὶς τριήραρχος ἔϑηκε, sc. ἐπὶ τῷ βωμῷ, eigtl. den Zweig, das Zeichen der Hülfeflehenden auf den Altar legen, Dem. 18, 107; κλῶνας ἐξ ἀμφοῖν χεροῖν τιϑεὶς ἐλάας, Soph. O. C. 485. – Von den Präpositionen, die damit verbunden werden, ist zu merken, daß sehr gewöhnlich ἐν dabeisteht, so daß ähnlich, wie beim lat. ponere, collocare in aliquo loco, mit dem Stellen u. Legen zugleich das darauf folgende Sein od. sich Befinden am Orte ausgedrückt wird, ἐν κίστῃ ἐτίϑει ἐδωδήν, Od. 6, 76; ἱστία ϑέσαν ἐν νηΐ, Il. 1, 433; πρώτας ἐν γαίῃ ϑέσαν, 12, 260; ἐν πυρῇ νεκρόν, 23, 165; ἐν τείχει ϑέσαν, Pind. P. 3, 38; ταῠτ' ἐν μέσῳ τίϑημι, Aesch. Ch. 143; πόδα ἐν χέρσῳ, Suppl. 32; ἐν μέσῳ σκάφει ϑέντες σφε, Soph. Trach. 801; ἐν τάφῳ τιϑεῖσα, Ant. 500; auch εἰς ταφὰς ἐγὼ ϑήσω, Ai. 1089; bes. ἐν χερσὶ τίϑει, Il. 1, 585; ἐν χείρεσσ' Οδυσῆϊ τίϑει, 10, 529, u. öfter, was so geläufig war, daß es den allgemeinen Begriff des Einhändigens, Darreichens, Gebens erhielt, u. auch ἵππον ἐν χείρεσσι τίϑει Μενελάου gesagt wurde, Il. 23, 597; vgl. noch σπείσας δ' αἴϑ οπα οἶνον Ὀδυσσῆϊ ἐν χείρεσσιν ἔϑηκεν, Od. 14, 448. – Daran reihen sich ursprünglich auch örtlich zu nehmende, auf das Geistige gehende Vrbdgn: ἄλλῳ δ' ἐν στήϑεσσι τιϑεῖ νόον εὐρύοπα Ζεύς, Il. 13, 732; νόον, ὅν τινά οἱ νῠν ἐν στήϑεσσι τιϑεῖσι ϑεοί, Od. 2, 124; ϑυμὸν ἐνὶ στήϑεσσι ϑεοὶ ϑέσαν, Il. 9, 637, u. ä., Einem einen Gedanken, einen Rath. Muth in die Seele legen, eingeben. Auch med., ἐν, στήϑεσσι ϑέτο ϑυμόν, Il. 9. 629, αἰδῶ καὶ νέμεσιν, ἔν φρεσὶ ϑέσϑαι, 13, 121, vgl. 15, 561. 660; ähnlich κότον ϑέσϑαι τινί, gegen Einen Groll bei sich festsetzen, ihm fortwährend grollen, 8, 449; ϑέσϑαι ϑυμὸν ἄγριον ἐν στήϑεσσιν, Zorn in der Brust festsetzen, ἐν ϑυμῷ τίϑεν, Pind. P. 3, 65; u. ohne acc., ἐν φρεσὶ ϑέσϑαι, bei sich festsetzen, im Herzen beschließen, worauf bedacht sein, c. int., Od. 4, 729. – Selten εἰς, Il. 23, 704. 24, 795. 297; τίϑεμαι εἰς καρδίην, M. Arg. 2 (V, 32); Soph. vrbdt ὡς ἐς πυράν με ϑῇς, Trach. 1254; εἰς χεῖρα Τεύκρου δεξιὰν φιλοφρόνως ϑείς, Ai. 739; εἴ τις ϑεῶν ἄνδρα ἕνα ϑείη εἰς ἐρημίαν, Plat. Rep. IX, 578 e; ψυχἡν είς τὸ μέσον α ύτοῠ ϑείς, Tim. 34 b, vgl. Legg. IV, 719 a; auch λόγους ψιλοὺς εἰς μέτρα τι ϑέν τες, II, 669, d, Prosa in Verse bringen. – Ἐπί τινος, Od. 6, 202; Aesch. Pers. 188; Plat. Conv. 222 c; auch ἐπί τινα und ἐπί τινι; übertr., ἐπὶ φρένα ϑῆχ' ἱεροῖσιν, er richtete seinen Geist, seine Aufmerksamkeit auf die Opfer, Il. 10, 46; σίδαρον ἔπὶ κάρα τιϑεῖσα κούριμον, Eur. Or. 964; τὰ ἱμάτια ϑήσει ἐπὶ τὸν ϑρόνον, Her. 1, 9; u. med., κρέα ϑέμενος ἐπὶ τὰ γόνατα, er legte sich das Fleisch auf die Kniee, Xen. An. 7, 3, 23. – Ἀνά τινι, Il. 8, 441. – Ὑπό τινι, Il. 24, 644; δέμνι' ὑπ' αἰϑούσῃ ϑέμεναι, Od. 4, 297, auch ὑπό c. accus., Od. 4, 445. – Ἀμφ' ὤμοισι τιϑήμενον ἔντεα, Il. 10. 34, wie Eur. Med. 1160. – Auch mit dem bloßen, dat., κολεῷ μὲν ἄορ ϑέο, Od. 10, 333. 13, 364 u. sonst. – Ποῦ σφε ϑήσομεν χϑονός, Aesch. Spt. 993; μὴ χαμαὶ τιϑεὶς τὸν σὸν πόδα, den Fuß auf die Erde setzen, Ag. 880; übh. τιϑέναι πόδα für gehen, Ar. Thesm. 1100; vgl. πόϑι γεραιὸν ἴχνος τίϑημι; Eur. Phoen. 1710; Andr. 547 I. T. 32; ϑὲς εἰς χορὸν ἴχνος El. 859, u. öfter. – 2) einsetzen, errichten, aufstellen, gründen, βωμόν, Pind. Ol. 13, 82, στάλαν, N. 4, 81, wie Pol. 25, 1, 72 im med., στήλην τίϑεσϑαι, für sich aufrichten. ϑεμείλια, Il. 12. 29. auch von Pflanzen, φυτά, einsetzen, Xen. Oec. 19, 7; – ἀγάλματα, Weihgeschenke im Tempel aufstellen, Od. 12, 347, vgl. Il. 6, 92; Eur. ὑψηλῶν ἐπὶ νηῶν τέϑεικε σκῠλα πλεῖστα βαρβάρων, El. 7; V alck. Phoen. 577; Wolf Dem. Lept. p. 307. – Vom Künstler, arbeiten, darstellen, ἐν δ' ἐτίϑει νειὸν μαλακήν, Il. 18, 541. 550 u. öfter, vom Hephästus, der den Schild arbeitet; παράδειγμα ϑέσϑαι αὐτό, als Beispiel aufstellen, Plat. Soph. 218, d. – Bes. al τέρματα, ein Ziel stecken, aufstellen, festsetzen, Il. 23, 333 Od. 8, 193 u. sonst; auch τιμήν τινι, Einem eine Ehre bestimmen, zuerkennen, Il. 24, 87. – b) ἀγῶνα, einen Wettkampf ansetzen, festsetzen, κοινοὺς ἀγῶνας ϑέντες, Aesch. Ag. 819; Plat. Menex. 249 b; ἀγῶνα ἔϑηκε, Xen. An. 1, 7, 10; Ἡρακλέα τὸν Ὀλύμ πιον ἀγῶνα ϑεῖναι, Pol. 12, 26, 2. Aehnlich ἀέϑλων κρίσιν καὶ πενταετηρίδα ϑῆκε, Pind. Ol. 3, 22; u. im med., ϑυσίαν ϑέμενοι, Ol. 7, 42; τὰ Πύϑια δι' ἑαυτοῦ ϑεῖναι, sie anstellen u. feiern, so daß er der Ordner ist, Dem. 5, 22, vgl. 9, 32; Bast ep. crit. p. 72. Häufiger noch von den Kampfpreisen, sie aussetzen, ἄεϑλα, Il. 23, 263. 653. 700; ἀέϑλιον, 748; γυναῖκα, βοῦν, δέπας, σόλον, τεύχεα, τόξον, Il. 23, 263. 656. 826 Od. 11, 546. 21, 74; τὰ ἆϑλα τίϑεται, Thuc. 1, 6. So auch ϑεῖναι εἰς μέσσον, Il. 23, 704 (vgl. oben); τιϑέναι εἰς τὸ κοινόν, zum Gemeingut machen, zum Genuß für Alle preisgeben. – c) übh. anordnen, festsetzen, bestimmen; ϑεσμόν, Aesch Eum. 462; πάντα παγκάλως ἔϑεσαν, Pers. 775; τὰ δ' ἄλλα φροντὶς ϑήσει δικαίως, Ag. 881; πρὶν ἄν τις οὕτω λόγον τιϑῇ καὶ διακοσμῇ, Plat. Phaedr. 277 c; – νόμον τιϑέναι, ein Gesetz geben, von dem, der nach eigenem Gutdünken Gesetze giebt, oder dem Gesetzgeber, der vom Volke dazu erwählt ist und für das Volk die Gesetze schreibt; so von Solon, Plat. Rep. I, 339 c; Dem. 24, 102. 22, 30 u. A.; u. pass., τοῖς τεϑήσεσϑαι μέλλουσι νόμοις, Plat. Legg. V, 730 b. Dagegen im med. sich ein Gesetz machen, geben, vom Volke bei demokratischer Verfassung, der gewöhnlichste Ausdruck, wo von griechischer Gesetzgebung die Rede ist, τίϑεται τοὺς νόμους ἑκάστη ἡ ἀρχὴ πρὸς τὸ αὑτῇ συμφέρον, Plat. Rep. I, 338 e. – Auch absolut, verfügen, verordnen, οὕτω νῦν Ζεὺς ϑείη, so verfüge, gebe es jetzt Zeus, Od. 8, 465. 15, 180; auch med., καλῶς ἔϑεντο ταῠτα πατέρες, Eur. Or. 511; c. inf., befehlen, τήν οἱ Θέτις ϑῆκ' ἐπὶ νηὸς ἄγεσϑαι, Il. 16, 223; vgl. Pors. Eur. Or. 1662 u. Seidl. Troad. 1066. So von Lykurg oft bei Xen. Lac. 1, 5 ff. ἔϑηκε mit folgdm acc. c. inf. – Auch als Strafe festsetzen, χαλεπώτερα ϑεῖναι, Dem. 22, 30. – Τέλος ϑέμεν, ein Ende machen, Pind. Ol. 2, 17; τέλος δ' ἔϑηκε Ζεὺς ἀγώνιος καλῶς, Soph. Trach. 26; κήρυγμα ϑεῖναι, Ant. 8, eine Bekanntmachung durch den Herold erlassen; und med., ὅρον ἄλλον ϑέμενος, Plat. Legg. V, 739 d; ἐκ τούτων τὰ δίκαια τίϑενται καὶ ταύτῃ τὴν εἰρήνην ὁρίζονται, Dem. 8, 8. – Aehnlich ἐν ἀπόρῳ εἴχοντο ϑέσϑαι τὸ παρόν, Thuc. 1, 25, Anordnungen zu treffen (s. unter 5). – d) ὄνομα ϑεῖναί τινι, einen Namen für Einen festsetzen, ihm einen Namen beilegen, geben, Od. 19, 403; gewöhnlich im med. (eigtl. seinem Kinde), ὄνομα ϑέσϑαι, 19, 406. 18, 5; τί δῆτα αὐτοῖς ὄνομα ϑήσονται βροτοί; Aesch. frg. 6; Plat. Crat. oft u. sonst; auch ohne ὄνομα, Theaet. 157 b. – e) beisetzen, von Todten, τὰ ὀστᾶ φασι τεϑῆναι ἐν τῇ Ἀττικῇ, Thuc. 1, 138; ἐν τῷδε τῷ μνήματι ἐτέϑησαν, Plat. Menex. 242 c; Xen. Cyr. 8, 7, 6. – f) Geld niederlegen bei Einem, bes. als Pfand, Plat. Legg. VII, 820 e; φιάλην λαβόντες καὶ ϑέντες ἐνέχυρα μετὰ χρυσίων, Dem. 41, 11, vgl. 52, 4; das med. wird vom Gläubiger gebraucht, als Pfand nehmen, also ὁ ϑείς, der ein Pfand niederlegt, ὁ ϑέμενος, der, bei dem er es niederlegt, Plat. Legg. VII, 820 e; vgl. Lob. Phryn. 468; χρήματα ϑέσϑαι παρά τινι, Geld bei Einem niederlegen, es ihm anvertrauen, Her. 6, 86, 1. Auch Geld erlegen, bezahlen, εἰςφοράς, Dem. 22, 42. 44; τὸν μὴ δυνάμενον τὰ ἑαυτοῠ ϑεῖναι οἴκοϑεν εἰς τὸ δεσμωτήριον ἕλκεσϑαι, 56; κἀκεῖ τὸ μετοίκιον τέϑεικε, 29, 3; τόκον τιϑέναι, Zinsen entrichten, 41, 9 u. öfter. – 3) τὴν ψῆφον τιϑέναι ist eigentlich das Rechensteinchen aufs Brett setzen, damit rechnen, zählen, vgl. Plat. Legg. II, 674 e. Dah. ψῆφον τίϑεσϑαι, sein Stimmtäfelchen abgeben, bes. bei Wahlen und gerichtlichen Abstimmungen; ψῆφον ἐπὶ φόνῳ ϑέσϑαι, Eur. Or. 754; ψῆφον δ' εὔφρον' ἔϑεντο, Aesch. Suppl. 631. 634; Xen. An. 1, 3, 17, übh. seine Meinung, sein Urtheil abgeben; eben so τίϑεσϑαι τὴν γνώμην περί τινος, seine Meinung worüber sagen, Her. 7, 82 u. sonst; daher τίϑεσϑαί τινι, sc. ψῆφον, Einem sein Stimmtäfelchen, seine Stimme geben, beistimmen, κἀγὼ ταύτῃ τῇ γνώμῃ τίϑεμαι, auch ich stimme dieser Meinung bei, Soph. Phil. 1434. – Dah. übertr., meinen, wofür ansehen, es setzen als, τοῠτ' ἐκείνης τίϑημι ἀντίστροφον ἅπαν, Plat. Phil. 51 e; οὐ τίϑημ' ἐγὼ ζῆν τοῠτον, Soph. Ant. 1151, ich erachte das nicht, daß der lebt, das nenne ich nicht ein Leben; δαιμόνιον αὐτὸ τίϑημ' ἐγώ, El. 1262. – Auch annehmen, voraussetzen, für ausgemacht annehmen; ϑῶμεν δύο εἴδη τῶν ὄντων, Plat. Phaed. 79 a; ϑήσω δὲ ἀδικοῠντα, Dem. 23, 76, vgl. 22, 44; mit folgdm acc. c. inf., τίϑημι στασιάζειν αὐτούς, Isocr. 4, 145; ϑήσω τοίνυν ἐγὼ μὴ τοιοῦτον εἶναι τοῦτο, ich will nun annehmen, dies sei nicht so, Dem. 20, 20; τιϑῶμεν γὰρ ταῦτα, Din. 1, 68; vgl. Schäf. D. Hal. C. V. 287; καὶ ἐμὲ κοινωνὸν τῆς ψήφου ταύτης τίϑετε, Plat. Rep. V, 450 a, betrachtet mich als beistimmend; ὡς λέγοντά με τίϑετε, IX, 560 c, vgl. Prot. 343 e; τὰς βλάβας πάσας ἀδικίας τιϑείς, Legg. IX, 861 e. – So auch im med., τὴν τοιαύτην δύναμιν ἀνδρείαν ἔγωγε καλῶ καὶ τίϑεμαι, Plat. Rep. IV, 430 b; ϑέμενος ἡδονὴν εἶναι τἀγαϑόν, Phil. 13 b; τιϑέμενος ψυχὴν εἶναι γένεσιν ἁπάντων πρώτην, Legg. X, 899 c, vgl. Theaet. 158 a Phil. 66 d, Φιλοκράτην μόνον τοιοῦτον εἶναι τίϑεμαι, Dem. 25, 44. – 4) Etwas an einen Platz stellen, oder in eine Klasse setzen, wozu rechnen, auch im med., τίϑεσϑαί τινα ἐν τιμῇ, Einen in Ehren halten, Her. 3, 3; ἐν δόξᾳ ϑέμενος, es als Ruhm erachtend, Pind. Ol. 11, 63; τίϑεσϑαί τι ἐν αἰσχρῷ, Etwas unter die schändlichen Dinge zählen, es für schändlich halten; τίϑεσϑαί τινα ἐν φιλοσόφοις, unter die Philosophen rechnen, vgl. Valck. Diatr. p. 8 f; bes. ἐν μέρει τινός, übh. wofür halten, ansehen, εἰ ἐν ἀρετῆς καὶ σοφίας τίϑης μέρει τὴν ἀδικίαν, Plat. Rep. I, 348 e, vgl. Phil. 31 c; ἐν τοῖς μεγίστοις ὠφελήμασι καὶ τόδε ἐγὼ τίϑημι, Xen. Ages. 7, 2; Thuc. 1, 35; εἰς ἄλλην ἢ τὴν τοῦ ἀγαϑοῦ μοῖραν αὐτὴν τιϑέντες, Plat. Phil. 54 d; εἰς δύο αὐτὰ τίϑεμεν ἐναντία ἀλλήλοιν εἴδη, Polit. 306 c, wir rechnen es zu zwei einander entgegengesetzten Arten; ἐὰν εἰς ταὐτὸν ἀριστοκρατικὸν καὶ βασιλικὸν ϑῶμεν, Rep. IX, 587 d; εἰς ἀνϑρώπων ἤϑη, VI, 580 d; εἰς ταύτην τίϑεμαι τὴν τάξιν αὐτόν, Dem. 23, 24; τοὺς τυράννους εἰς τὸν δῆμον ϑήσομεν, τοὺς δὲ ὀλίγα κεκτημένους εἰς τοὺς πλο υσίους, Xen. Mem. 4, 2, 39; auch c. gen., καὶ ἐμὲ ϑὲς τῶν πεπεισμένων, rechne auch mich zu den Ueberzeugten, Plat. Rep. IV, 424 c; ἀριϑμὸν τῶν ὄντων τίϑεμεν, Soph. 238 a; ἆρ' οὐ τοῦ σώματος ἕκαστα τίϑης, beziehst du es nicht auf den Körper? Theaet. 184 e; τῆς ἡμετέρας ἀμελείας ἂν ϑείη, Dem. 1, 10. Auch μνήμην καὶ ἐπιστήμην τῆς αὐτῆς ἰδέας τιϑέμενος, Plat. Phil. 60 d. – Dah. übh. wofür halten, ansehen, gew. im med., zur Bezeichnung der bloßen Subjectivität des Urtheils, τί δ' ἐλέγχεα ταῦτα τίϑεσϑε; warum haltet ihr das für Schimpf? Od. 21, 333; ἀσχολίας ὑπέρτερον ϑήσομαι, höher halten, vorziehen, Pind. I. 1, 3; μὴ 'πίπροσϑε τῶν ἐμῶν τοὺς σοὺς λόγους ϑῇς, Eur. Suppl. 515; in Prosa oft; εὐεργέτημ' ἂν ἔγωγε ϑείην, Dem. 1, 10; μηδὲ τοῠτ' ὡς ἀδίκημα ἐμὸν ϑῇς, sieh es nicht als ein Unrecht an, das ich gethan habe, 18, 193; περὶ ἐλάττονος ϑέσϑαι, geringer achten, Lys. 6, 45; τὴν Σκῦρον οὐδαμοῦ τίϑης, Eur. Andr. 209, d. i. du achtest Skyros gar nicht, wie μὴ ϑῆται παρ' οὐδὲν τὰς ἐμὰς ἐπιστολάς, für Nichts achten, I. T. 732, und παρ' οὐδὲν τίϑεσϑαι τὰ ἡμέτερα πράγματα, Luc. Vit. auct. 13, vgl. sacrif. 3; ἐν οὐδενὶ λόγῳ, Plut. Brut. 45; oft bei Pol., ἐν μεγάλῳ τίϑεσϑαί τι 3, 97, 4, οὐκ ἐν μικρῷ τίϑεσϑαί τι 9, 13, 8, ἐν πλείστῳ 40, 4, 6, ταῦτα ἐν ἐλάττονι τούτου 4, 6, 12; ἡγεμόνα ϑετέον ἄριστον Ἀμίλκαν τῶν τότε γεγονέναι, 1, 64, 6, man muß erachten, daß er der beste Feldherr gewesen ist; εἰς ἀνανδρίαν τιϑέασι τὰ τοιαῠτα τῶν ἐγκλημάτων, 6, 37, 10, wofür annehmen; εἰς τὴν τύχην, dem Schicksal zuschreiben, auf Rechnung des Schicksals schreiben; bei Dem. 27, 34, τὰ ἀναλώματα πλείω τιϑείς, höher anschlagend; vgl. Lys. 32, 28. – 5) an die unter 2 aufgeführten Beispiele reiht sich die Bdtg einsetzen, machen, verursachen, stiften; φιλότητα μετ' ἀμφοτέροισι τίϑησι Ζεύς, Il. 4, 83, woraus sich, im med. bes. bei Pind. u. den Tragg., ein umschreibender Gebrauch erklärt, σκέδασιν ϑεῖναι, Zerstreuung anrichten, = σκεδάσαι, zerstreuen, Od. 1, 116. 20, 225; κρύφον = κρύπτειν, σπουδὴν ἀμφί τινος = σπουδάζειν, Pind. Ol. 2, 97 P. 4, 276; αἶνον = αἰνεῖν, N. 1, 5; ἐπιστροφὴν ϑέσϑαι = ἐπιστρέφεσϑαι, Soph. O. R. 134; τάφον ϑοῦ = ϑάψον, O. R. 1448; συγγνωμοσύνην, Trach. 1255, vgl. Ai. 13; φροντίδα κεδνὴν ϑώμεϑα, Aesch. Pers. 139, u. sonst bei Tragg. Aehnl. bes. bei Pol. u. Sp. συνϑήκας, εἰρήνην πρός τινα τίϑεσϑαι, Pol. 1, 11, 7. 5, 4, 7; ὅρκον, πίστεις, 5, 60, 10. 7, 7, 1; ἀρὰς κατά τινος, Plut. Thes. 35. – Aber πόλεμον ϑέσϑαι ist = den Krieg ruhen lassen, beilegen, Plat. Menex. 245 e; u. ähnl. τίϑεσϑαι τὰ πρός τινα, den Streit mit Einem beilegen, Pol. 5, 60, 9, vgl. 8, 23, 5. – Und wie es in diesen Vrbdgn dem ποιεῖσϑαι entspricht, so heißt es übh. Etwas in eine Lage setzen, wozu machen, einrichten; – a) von Personen; in ein Amt einsetzen, ϑεῖναί τινα μάντιν, ἱέρειαν, ἀρχέπολιν, Od. 15, 253 Il. 6, 300, Pind. P. 9, 54; βασιλῆα, δέσποιναν, Ol. 13, 21 P. 9, 7; μὶν αἰχμητὴν ἔϑεσαν ϑεοί, Il. 1, 290; ἀλλά μ' ἔφασκες Ἀχιλλῆος ϑείοιο κουριδίην ἄλοχον ϑήσειν, Iliad. 19, 298, mich zur Frau des Achilles zu machen, die Heirath zu vermitteln, während ϑέσϑαι τινὰ ἄκοιτιν oder γυναῖκα ist sich ein Mädchen zur Gemahlinn, zur Frau machen, nehmen, Od. 21, 72. 316; auch παῖδα τὸν αὑτᾶς πόσιν αὑτᾷ ϑεμένα, Aesch. Spt. 912, zu ihrem Gemahl machend; σῦς ἔϑηκας ἑταίρους, du verwandeltest die Gefährten in Schweine, Od. 10, 338, wie βοῦν τὴν γυναῖκα ἔϑηκε Aesch. Suppl. 295; ähnl. ναῦν λᾶαν ϑεῖναι, ein Schiff zu Stein machen, in Stein verwandeln, Od. 13, 163; ϑεούς τε καὶ γῆν ϑεμένη μάρτυρας, zu Zeugen nehmend, Eur. Suppl. 261; vgl. Pind. N. 3, 22; auch ϑέσϑαι τινὰ γέλωτα, Einen zum Gelächter, lächerlich machen, Her. 3, 29. 7, 209. – Eben so mit Adjectiven, ἥτε με τοῖον ἔϑηκεν, ὅπως ἐϑέλει, die mich dazu macht, wozu sie will, Od. 16, 208; sehr gewöhnl. ϑεῖναί τινα ἀϑάνατον καὶ ἀγήραον, Einen unsterblich und nicht alternd machen; ἀτιμότερον, Einen minder geachtet machen; Il. 2, 318. 482. 6, 139. 9, 483. 16, 90 Od. 5, 136. 6, 229 u. sonst oft; ἀκήριον αἶψα τίϑησιν, Il. 11, 392; παναφήλικα παῖδα τίϑησιν, Il. 22, 490; ἀΰπνους ἄμμε τίϑησϑα, Od. 9, 404, ϑῆκέ μιν ζαλωτόν, Pind. Ol. 7, 6; νώδυνον, N. 8, 50; ϑαητὸν ϑησέμεν, P. 10, 58; ἐνταῦϑα δή σε Ζεὺς τίϑησιν ἔμφρονα, Aesch. Prom. 850; ὡς σφᾶς νηπίους ὄντας τὸ πρὶν ἔννους ἔϑηκα, 442; Ἄρης ἀρὰν πατρὸς τιϑεὶς ἀληϑῆ, macht die Verwünschung wahr, läßt den Fluch in Erfüllung gehen, Spt. 927, u. öfter, u. andere Tragg., vgl. z. B. Eur. I. T. 1445 Andr. 93; seltner in Prosa, οὐ γὰρ ἂν τὸ πραχϑὲν ἀγένητον ϑείη Plat. Prot. 324 b, τίϑεσϑαι πιστόν τινα ἑαυτῷ Xen. Cyr. 8, 7, 13. – Auch mit folgdm inf., ϑῆκε νικῆσαι, er machte, daß er siegte, ließ ihn siegen, Pind. N. 10, 48; ἐπεί σ' ἔϑηκε Ζεὺς ἀμηνίτως δόμοις κοινωνὸν εἶναι χερνίβων, Aesch. Ag. 1006, vgl. 1147; κάμνειν με τήνδ' ἔϑηκε τὴν νόσον, Eur. Heracl. 990. – Bes. merke man noch b) παῖδά τινα τίϑεσϑαι oder υἱόν, Einen zu seinem Kinde machen, d. i. ihn an Kindes Statt annehmen, adoptiren, Plat. Legg. XI, 929 c u. oft bei den Oratt.; ungewöhnlich von Frauen; ϑέσϑαι παῖδα ὑπὸ ζώνῃ, sich einen Knaben unter den Gürtel legen, d. i. schwanger werden, H. h. Ven. 256. 283. – c) eben so auch von Sachen u. Zuständen, machen, bereiten, bewirken, veranlassen; δόρπον, ein Mahl bereiten, Od. 20, 394; γυῖα ἐλαφρά, Einem die Glieder leicht machen, Il. 5, 122; φόως ἑτάροισιν, den Gefährten Licht od. Rettung schaffen, 6, 6; ἔργα ϑεῖναι, Handlungen zu Stande bringen, verrichten, 3, 321; κέλαδον καὶ ἀϋτήν, 9, 547; ὀρυμαγδόν, Od. 9, 235; auch ϑεῖναί τινι ἄλγεα, γόον, πένϑος, κήδεα, Einem Schmerzen, Trauer, Kummer bereiten, Il. 1, 2. 17, 37, h. Cer. 249; πῆμα ϑεοὶ ϑέσαν Ἀργείοισιν, Od. 11, 555; u. eben so im med. mit der Beziehung auf das Subject, für sich bereiten; δαῖτα, δόρπον, sich ein Mahl bereiten, Il. 7, 475. 9, 88 Od. 17, 269; δῶμα, οἰκία, αὖλιν, Il. 2, 750. 9, 232 Od. 15, 241; κέλευϑον, sich den Weg bereiten, sich Bahn machen, Il. 12, 418; μάχην, sich Kampf bereiten, d. i. den Kampf anfangen, 24, 402; μεγάλην ἐπιγουνίδα ϑέσϑαι, sich einen feisten Schenkel machen, fleischige Lenden ansetzen, Od. 17, 225. – So auch act. u. med. bei Pind. u. Tragg.; χάρματ' ἄλλοις ἔϑηκεν, Pind. Ol. 2, 99; δόλον αὐτῷ ϑέσαν Ζηνὸς παλάμαι, P. 2, 39; u. ϑήκασϑαι ἀνδρὸς αἰδοίου πρόςοψιν, sich eines ehrwürdigen Mannes Ansehen geben, P. 4, 29; βλάβην, Aesch. Spt. 187; φοινίαν ἄτην, Ch. 823; μέλλουσι ϑήσειν Ἀγαμεμνονίων οἴκων ὄλεϑρον, Ch. 848; πόλει κατασκαφάς, Sept. 47; ἔϑηκε πᾶσιν εἰρήνην φίλοις, Pers. 755; μεγάλα πάϑεα ταῖς Δαναΐδαις, Eur. I. A. 1335; μάχας ἀνδρῶν τιϑεῖσα καὶ φόνους, I. A. 1419; ὑμῖν πολλὴν ἔϑηκε σωτηρίαν, Med. 915; ϑήσω τοῖς ἐμοῖς ἐχϑροῖς γέλων, Med. 383, u. öfter; μαρτύρια ϑέσϑαι, sich Zeugnisse verschaffen, Her. 8, 55; χάριν τίϑεσϑαί τινι, sich bei Einem Dank oder Gunst erwerben, ihm einen Gefallen erzeigen, 9, 60. 170; Dem. 51, 17 u. A.; – εὖ, καλῶς ϑέσϑαι τι, Etwas für sich gut einrichten, anwenden, in Bereitschaft halten, Her. 7, 236; vgl. Valck. Eur. Hipp. 708. – d) εὖ ϑέσϑαι τὰ ὅπλα, die Waffen wohlgerüstet, in Bereitschaft halten, wie εὖ ἀσπίδα ϑέσϑω, Il. 2, 382; allein ist ϑέσϑαι τὰ ὅπλα (s. ὅπλον) sowohl die Waffen anlegen, sich kampffertig machen, u. daher auch kämpfen, z. B. εἰς δῆριν ἕνεκα πάτρας Epigr. bei Dem. 18, 289, καὶ αὐτὸς ὑπὲρ τοῦ δήμου ϑέμενος τὰ ὅπλα Dem. 21, 145, οὔτε ἐν τῷ Πειραιεῖ, οὔτε ἐν τῷ ἄστει ἔϑετο τὰ ὅπλα Lys. 31, 14, οἱ τὴν ἀσπίδα ϑέμενοι, = ὁπλῖται, Plat. Legg. VI, 756 a, – als auch die Waffen, bes. die großen Schilde u. Spieße der Schwerbewaffneten zusammenstellen, was die Soldaten immer thun, wenn sie dem Feinde gegenüber, oder die Waffenübungen nur auf kurze Zeit unterbrechend, sich ausruhen, also bewaffnet Halt machen; auch τίϑεσϑαι τὰ ὅπλα εἰς τάξιν od. τάξει; u. so περὶ τεῖχος od. πρὸς πόλιν, bewaffnet die Mauern umgeben, die Stadt belagern; τίϑεσϑαι τὰ ὅπλα ἀντία, die Waffen gegen den Feind kehren, sich mit den Waffen entgegenstellen, Xen. An. 4, 3, 26 u. sonst; – auch = ein Lager aufschlagen, sich mit den Waffen lagern, Her. 9, 52, oft bei Xen.
- 1
- 2
См. также в других словарях:
Αντινόη — Όνομα μυθολογικών προσώπων. 1. Κόρη του Τηρέα και μητέρα του Παλαίμονα, που τον απέκτησε από τον Ηρακλέα. 2. Κόρη ή σύζυγος του Κηφέα. Η Α. ήταν εκείνη που έχτισε τη Μαντίνεια οδηγημένη από φίδια και οδήγησε εκεί τους κατοίκους της παλαιότερης… … Dictionary of Greek
Ολίβα, Ερνάνις Περέθ ντε- — (Oliva, 1494 – 1531). Ισπανός λόγιος και φιλόσοφος. Σπούδασε στην πατρίδα του και στη Γαλλία και διορίστηκε καθηγητής της ηθικής στο πανεπιστήμιο της Σαλαμάγκας. Συνετέλεσε στην πρόοδο της ισπανικής λογοτεχνίας και υποστήριξε θερμά την καθιέρωση… … Dictionary of Greek
MELCARTUS — Hercules Tyiis dictus, quasi Rex fortis melech enim Regem sonat. Unde et Hesych. Μάλικα τὸν Ἡρακλέα. aritz autem validum sonat, unde Ἄρης Graecorum, et ἥρως … Hofmann J. Lexicon universale
άλεξις — Μυθολογικό πρόσωπο. Κόρη του μάντη Αμφιάραου. Απόγονοί της ήταν οι δαίμονες του Άργους Ελάσιοι, που θεράπευαν την επιληψία. * * * ἄλεξις, η (Α) [ἀλέξω] 1. επικουρία, βοήθεια 2. ως επίθετο τού Ηρακλή («Κῷοι ἄλεξιν τὸν Ἡρακλέα νομίζουσιν», Αριστείδ … Dictionary of Greek
κώας — κῶας και κῶς, τὸ (Α) 1. μαλακό δέρμα προβάτου που άπλωναν ως κάλυμμα σε καθίσματα ή κρεβάτια («στόρεσαν λέχος... κώεά τε ῤῆγός τε λίνοιό τε λεπτόν ἄωτον», Ομ. Ιλ.) 2. το χρυσόμαλλο δέρας («λέγεται τὸν Ἡρακλέα καταλειφθῆναι ὑπὸ Ἰήσονός τε καὶ τῶν… … Dictionary of Greek
Εργίνος — I Μυθολογικό πρόσωπο. Ήταν βασιλιάς του Ορχομενού, που έλαβε μέρος στην Αργοναυτική εκστρατεία. Αντικατέστησε τον Τίφυ που πέθανε ως πηδαλιούχος της Αργούς. Αν και νέος, είχε άσπρες τρίχες· γι’ αυτό και τον ειρωνευόταν η Υψιπύλη και οι άλλες… … Dictionary of Greek
Ηρόδωρος — Όνομα ιστορικών προσώπων. 1. Ιστορικός από την Ηράκλεια του Πόντου (5ος αι. π.Χ.). Έγραψε τα Καθ’ Ηρακλέα και τα Αργοναυτικά. 2. Αθηναίος ανδριαντοποιός (4ος αι. π.Χ.). Συνεργάστηκε με τον πατέρα του, Σθενέα, στο Αμφιαράειο του Ωρωπού. 3.… … Dictionary of Greek
κύκνειος — α, ο(ν) (Α κύκνειος, α, ον, θηλ. και ος και κυκνῑτις, ίτιδος) [κύκνος] αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στον κύκνο ή προέρχεται από τον κύκνο («κύκνειοι πρὸς φιληκοΐαν φωναί», ΠΔ) νεοελλ. φρ. «το κύκνειον άσμα» ή απλώς «το κύκνειο» το τελευταίο έργο … Dictionary of Greek
Polydamas de Skoutoussa — Polydamas de Skotoussa Polydamas de Skoutoussa est l un des plus fameux athlètes grecs de l Antiquité. Polydamas de Skotoussa est champion des Jeux olympiques de pancrace en 408 av. J. C.. Cet athlète jouit d’une grande renommée et ses exploits… … Wikipédia en Français
Polydamas de skotoussa — Polydamas de Skoutoussa est l un des plus fameux athlètes grecs de l Antiquité. Polydamas de Skotoussa est champion des Jeux olympiques de pancrace en 408 av. J. C.. Cet athlète jouit d’une grande renommée et ses exploits furent souvent comparés… … Wikipédia en Français
κορνοπίων — κορνοπίων, ωνος, ὁ (Α) (για τον Ηρακλή) αυτός που φυγαδεύει, που διώχνει τους κόρνοπας, τις ακρίδες («κορνοπίωνα τιμᾱσθαι παρ ἐκείνοις Ἡρακλέα ἀπαλλαγῆς ἀκρίδων χάριν», Στράβ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < κόρνοψ, οπ ος + κατάλ. ίων (πρβλ. κερκ ίων, μαχαιρ… … Dictionary of Greek